Monday 29 May 2017

Γράμμα από τη Βέροια. Στη μνήμη του πατέρα μου...


Της Άρτεμης Καλογήρου


     Την 1η Ιουνίου του 1989, αυτή την εποχή έχασα τον πατέρα μου Σωκράτη Καλογήρου. Απώλεια σημαντική που δύσκολα ξεπερνιέται, όταν υπάρχει ιδιαίτερο δέσιμο ανάμεσα στον γονιό και το παιδί του.

     Συνήθως τα κορίτσια μοιράζονται τα προβλήματά τους με την μαμά τους, όμως με εμένα τα πράγματα ήταν λίγο διαφορετικά. Η μαμά μου, έχοντας ιδιαίτερη αδυναμία στον αδελφό μου, ήταν επικριτική απέναντί μου σε ότι και αν έκανα. Αντίθετα ο μπαμπάς μου, μολονότι ήταν πολυάσχολος, δεν με μάλωνε, με συμβούλευε και έβρισκε λύσεις σε κάθε περίπτωση.

     Ο μπαμπάς μου για την ιστορία, γεννήθηκε το 1915 στην Βέροια. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά της οικογένειας. Φοίτησε στο σχολείο της Βέροιας και μετά τις γυμνασιακές του σπουδές, για ένα χρόνο φοίτησε στην Γεωπονική σχολή της Θεσσαλονίκης. Μετά από ένα χρόνο, ξανάδωσε εξετάσεις και πέρασε στην Ιατρική σχολή των Αθηνών. Συχνά μνημόνευε την στήριξη της οικογένειας του τόσο από τους γονείς του όσο και από τα αδέλφια του που χρηματοδότησαν τις σπουδές του. Ειδικεύτηκε στην Μαιευτική – Γυναικολογία στην Θεσσαλονίκη και όταν υπηρετούσε στο Αγροτικό Ιατρείο της Ξεχασμένης γνώρισε και ερωτεύτηκε την μαμά μου δασκάλα στη Ραψομανίκη. Μεσολάβησε ο εμφύλιος πόλεμος, όπου υπηρέτησε στον Ελληνικό στρατό. Ήταν

Thursday 25 May 2017

Γράμμα από την Αθήνα. Ένα μικρό στιγμιότυπο από ένα μεγάλο ταξίδι στο Νότο. (Αργεντινή, Ουρουγουάη 2017)


Του Σταύρου Γριζιώτη


     Ήταν το πιο μακρινό μου ταξίδι ως τώρα και το δεύτερο μεγαλύτερο σε διάρκεια διαμονής εκτός Ελλάδας. Περισσότερο διάστημα έχω μείνει μόνο στο Λος Άντζελες των ΗΠΑ προ 25ετίας, τότε όμως κάτω από συνθήκες όχι αποκλειστικά τουριστικές.

     Πέρασαν σχεδόν δύο μήνες από την επιστροφή μου και όλο αυτό το διάστημα αναρωτιόμουν τι περιεχόμενο να δώσω στο «Γράμμα» που ήθελα να σας στείλω. Πώς να εκφράσω με λίγες λέξεις τον πλούτο των εμπειριών ενός τέτοιου εγχειρήματος; Για ένα ταξίδι που 4 άνθρωποι, διασχίσαμε μία τεράστια απόσταση από τον Τροπικό του Αιγόκερω ως τον Νότιο Ανταρκτικό Κύκλο, που χρησιμοποιήσαμε όλα τα δυνατά μέσα μεταφοράς (μεταξύ των οποίων 8 αεροπορικές πτήσεις + δύο υπερατλαντικές…) και ήρθαμε σε επαφή με ντόπιους και τουρίστες από κάθε γωνιά του πλανήτη, θα χρειαζόταν πολύ συγγραφικό ταλέντο για να ειπωθούν όλα και ένιωθα πως δεν το διαθέτω…


(Εκεί στο Νότο!...)

Monday 22 May 2017

Γράμμα από την Αθήνα. Ταξίδι στην Αδριανούπολη: Η γοητεία της Ανατολής


Της Μαρίας Κορτέση


     To ταξίδι μου στην Αδριανούπολη ήταν το πιο σύντομο ταξίδι στη ζωή μου. Η διάρκειά του ήταν μόνο 3-4 ώρες. Ήταν όμως αρκετές για να ταιριάξει η φαντασία με την πραγματικότητα.

     Από μικρό παιδάκι ήθελα να επισκεφτώ την Τουρκία και ιδιαίτερα τις πόλεις που το ελληνικό στοιχείο ήταν έντονο, και αυτό δεν ήταν καθόλου τυχαίο. Ώρες ατέλειωτες μου μιλούσε η Κωνσταντινουπολίτισσα γιαγιά μου για την Πόλη, τα μαγαζιά τους δρόμους και τις πλατείες της, καθώς και για την ζωή των Ελλήνων εκεί, και εγώ με τα μάτια της φαντασίας μου προσπαθούσα να μετατρέψω τα λόγια της σε εικόνες. Αργότερα, όταν άρχισα να διαβάζω λογοτεχνία κυνηγούσα πάντα τα βιβλία που αναφέρονταν στον ελληνισμό της Μικράς Ασίας. Με συγκινούσε πάντοτε το «άρωμα» της Ανατολής και θεωρούσα πως μέσα σ’ αυτά έβρισκα ένα κομμάτι του εαυτού μου.

     Όταν λοιπόν, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στην Αλεξανδρούπολη, κάποιος φίλος πρότεινε σε μένα και την παρέα μου να πάμε για μια σύντομη επίσκεψη στην Αδριανούπολη, όπου θα μας ξεναγούσε ο ίδιος που την ήξερε καλά, ένοιωσα ότι μου έκανε ένα αναπάντεχο δώρο.

     Είναι όμως φανερό ότι τη χαρά μου για το ταξίδι αυτό, δεν την ενστερνίστηκε ο Έβρος ποταμός που όχι μόνο είχε πλημμυρίσει ολόκληρη την παράκτια περιοχή, αλλά φούσκωνε συνεχώς με κίνδυνο να καλύψει τη γέφυρα, στον μοναδικό δρόμο προς την Αδριανούπολη από τις Καστανιές.

Wednesday 17 May 2017

Γράμμα από τη Βέροια. Αναμνήσεις από τις διακοπές των παιδικών μου χρόνων στην Αλεξανδρούπολη


Της Άρτεμης Καλογήρου


     Τα πρώτα χρόνια της ζωής μου, είχα την τύχη να κάνω διακοπές με την οικογένειά μου στην πατρίδα της μαμάς μου, την Αλεξανδρούπολη. Πηγαίναμε στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς. Ο μπαμπάς μου βέβαια ήταν λιγότερο τυχερός, έμενε στη Βέροια για δουλειά, κι ερχόταν μόνο για λίγο, για να μας μαζέψει όπως έλεγε χαριτολογώντας.
     Πηγαίναμε με το Οτομοτρίς, το πλέον σύγχρονο δημόσιο μεταφορικό μέσο της εποχής εκείνης. Ήταν ένα τραίνο με ενσωματωμένη μηχανή και βαγόνια για επιβάτες και αποσκευές. Τα καθίσματα ήταν πολύ άνετα και στα παράθυρα υπήρχε ένα πτυσσόμενο τραπεζάκι και κάπου στη μέση του συρμού υπήρχε ένα βαγόνι κυλικείο. Η διαδρομή ήταν υπέροχη. Ξεκινούσαμε από την Θεσσαλονίκη, περνούσαμε από τις λίμνες Δοϊράνη και Κερκίνη, τον ποταμό Στρυμόνα, τις Σέρρες, την Δράμα, τον ποταμό Νέστο, την Ξάνθη την Κομοτηνή και τερματίζαμε στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης. Τον 19ο αιώνα, ο σιδηρόδρομος, έργο εκσυγχρονισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και το Λιμάνι, χάραξαν την ιστορία της Αλεξανδρούπολης και δημιούργησαν μια πόλη νέα, κοσμοπολίτισσα, με Διεθνή Τράπεζα και προσέλκυση διεθνούς εμπορίου. Το ρυμοτομικό της σχέδιο με ευθείς και ικανού φάρδους κάθετους και οριζόντιους δρόμους, σχεδιάστηκε από τις Ρωσικές Δυνάμεις που κατέλαβαν

Thursday 11 May 2017

Γράμμα από το Δουβλίνο. Το ταξίδι μου


Της Βαλεντίνας Γουλάρα


     Η μετακίνηση από την Νιγηρία για την Ελλάδα ήταν μεγάλη περιπέτεια. Η τελευταία μου εικόνα φεύγοντας ήταν η σημαία. Πράσινη, άσπρη, πράσινη. Το πράσινο αντιπροσώπευε ένα αγροτικό έθνος, ενώ το άσπρο συμβόλιζε την ενότητα και την ειρήνη. Στάθηκα. Κοίταξα γύρω μου. Ήμουν σίγουρη ότι θα μου λείψουν, η μυρωδιά της άμμου, το χώμα, ο τρόπος που ο ουρανός αλλάζει όταν κοντεύει η βροχή, ο τρόπος που εμείς, τα παιδιά, τρέχαμε έξω να παίξουμε κάτω από τη βροχή που τελικά έπεφτε. Ο πολιτισμός και οι παραδόσεις, όπου θεωρείται αγένεια να τρώμε με το αριστερό χέρι, όπου τις Κυριακές, οι περισσότερες γυναίκες, θα πρέπει να φορέσουν τις καλύτερες παραδοσιακές φορεσιές τους, με τα ασορτί, φτιαγμένα από το ίδιο ύφασμα καπέλα τους ή να βάλουν τα μακριά φανταχτερά φουστάνια τους με την ανάλογη μαντήλα. Θα μου λείψει ο τρόπος που γιορτάζουμε σε κάθε γεγονός και σε κάθε περίσταση, διασκεδάζοντας, χορεύοντας, χτυπώντας τύμπανα και μερικές φορές με μασκαράδες και χορευτές παραδοσιακών χορών. Θα μου λείψουν τα παιχνίδια που παίζαμε με τις φίλες και τους φίλους μου. Οπωσδήποτε θα μου λείψει η κουζίνα της γιαγιάς μου. Το βλέμμα του παππού κάθε που έκανα καμιά αταξία. Οι θείες και οι θείοι μου, η αίσθηση της οικογένειας και των πραγμάτων γύρω μου. Δεν θυμάμαι να τους είπα αντίο φεύγοντας και αυτό είναι που με πονάει περισσότερο. Θα μου λείψουν οι πάντες και τα πάντα.

     Ελλάδα μου είπαν. Πρώτη φορά σε αεροπλάνο. Ένιωθα ανυπομονησία. Υπήρχαν τόσοι πολλοί άνθρωποι στο αεροδρόμιο, που αγωνιζόμουν να κοιτάξω κάπου σταθερά. Ο καθένας έδειχνε ότι ταξίδευε κάπου, με παιδιά ή με κατοικίδια. Στο αεροπλάνο θυμάμαι να κάθομαι δίπλα στο παράθυρο, πάντα ήθελα να βλέπω τη θέα του ουρανού. Χαρακτηριστικά θυμάμαι το χαμόγελο και την ευγένεια των αεροσυνοδών, πρόθυμων να μου προσφέρουν οτιδήποτε χρειάζομαι. Έδεσα τη ζώνη μου και ήμουν έτοιμη για την πτήση. Μπορούσα να αισθανθώ την καρδιά μου να χτυπά

Monday 8 May 2017

Letter from Dublin. My Journey


By Valentina Goulara


     Moving from Nigeria to Greece was a big adventure. The last picture I saw leaving was the flag. Green, white, green. The green represented the nation of agriculture, while the white symbolised unity and peace. I stood. I looked around. I was certainly going to miss the smell of the sand, the earth, the way the sky changes when it was about to rain, the way we, as kids, ran outside to play when it was finally raining. The culture and the traditions, where it's considered rude to eat using the left hand, where on Sunday most women would put on, their traditional best clothes and headdresses or wear long flowing robes and headscarves. I was going to miss the way we celebrate every event and every occasion with festing, dancing, drumming, and sometimes with public masquerades and dancers. I was going to miss the games I played with my friends. I was definitely going to miss grandma’s cooking. My grandpa look whenever I did something silly. My aunts and uncles, my friends, the sense of family and belongings. I don't remember saying goodbye to them and that's what pains me the most. I was going to miss everything and everyone.
     Greece they told me. First time on a plane. I felt anxious. They were so many people at the airport, I was struggling to look somewhere steady. Everyone seems to be travelling somewhere either with kids or pets. On the plane I remember sitting next to the window, I always wanted to see the view of the sky. I boldly remember the smile and the politeness of the flight attendants, they were willing to offer you whatever you need. I put on my seatbelt and was ready to fly. I could feel my heart beating

Thursday 4 May 2017

Γράμμα από τη Θεσσαλονίκη. Ξαναγράφοντας την έκθεση με θέμα: «Το επάγγελμα του πατέρα μου»


Της Ελένης Δημητριάδου


     Κάποτε ο δάσκαλος μας ο κ. Οικονόμου, ήμασταν μάλλον στην Ε΄ τάξη, μας έβαλε μια έκθεση με θέμα «Το επάγγελμα του πατέρα μου». Λίγες μέρες αργότερα ζήτησε από τα παιδιά που είχαν γράψει τις καλύτερες εκθέσεις να μας τις διαβάσουν. Θυμάμαι μια καταπληκτική έκθεση της Σίσσυ για τον μπαμπά της που ήταν δικαστικός και για τις προσπάθειες του με επίμονη μελέτη να περάσει τις εξετάσεις για να εξελιχθεί. Πόσο τρυφερά περιέγραφε ότι ουσιαστικά της ήταν απαγορευμένο να πλησιάζει την πόρτα του γραφείου του ή να κάνει θόρυβο όση ώρα μελετούσε εκείνος. Η Μαρία πάλι, κόρη οδοντιάτρου, ανέφερε ότι πολλές φορές ξυπνάνε οι ασθενείς του τον πατέρα της γιατί ο πονόδοντος είναι αβάσταχτος.
     Για μένα αντίθετα το θέμα της έκθεσης ήταν μεγάλη απογοήτευση. Νόμισα ότι δεν είχα κάτι ενδιαφέρον να γράψω για τον πατέρα μου, που υπηρετούσε ως γεωπόνος στη Διεύθυνση Γεωργίας στη Βέροια. «Δεν ξέρω τι να γράψω!» γκρίνιαζα στο δάσκαλό μας τον κ. Οικονόμου, κι εκείνος με κοίταζε με εκείνο το αετίσιο βλέμμα του, έτοιμος να μου σούρει τα εξ’ αμάξης. «Έχει δίκιο η Λένα. Εμείς μπορούμε να γράψουμε ένα σωρό πράγματα για τους δικούς μας, ενώ ο πατέρας της Λένας κάθεται συνέχεια σε ένα γραφείο», αντέτεινε μια συμμαθήτριά μου κι εγώ έσπευσα να συμφωνήσω, κυρίως γιατί βρήκα ένα αναπάντεχο σύμμαχο. Καημένε πατέρα πόσο κατάφωρα σε είχα αδικήσει! Άκου κάθεται σε ένα γραφείο! Τέλος πάντων, μάζεψα τα υπολείμματα της υπομονής μου, έδωσα τόπο στην οργή και μουτζούρωσα το τετράδιο ίσα-ίσα για να πω πως έγραψα κι εγώ κάτι.