Thursday 11 May 2017

Γράμμα από το Δουβλίνο. Το ταξίδι μου


Της Βαλεντίνας Γουλάρα


     Η μετακίνηση από την Νιγηρία για την Ελλάδα ήταν μεγάλη περιπέτεια. Η τελευταία μου εικόνα φεύγοντας ήταν η σημαία. Πράσινη, άσπρη, πράσινη. Το πράσινο αντιπροσώπευε ένα αγροτικό έθνος, ενώ το άσπρο συμβόλιζε την ενότητα και την ειρήνη. Στάθηκα. Κοίταξα γύρω μου. Ήμουν σίγουρη ότι θα μου λείψουν, η μυρωδιά της άμμου, το χώμα, ο τρόπος που ο ουρανός αλλάζει όταν κοντεύει η βροχή, ο τρόπος που εμείς, τα παιδιά, τρέχαμε έξω να παίξουμε κάτω από τη βροχή που τελικά έπεφτε. Ο πολιτισμός και οι παραδόσεις, όπου θεωρείται αγένεια να τρώμε με το αριστερό χέρι, όπου τις Κυριακές, οι περισσότερες γυναίκες, θα πρέπει να φορέσουν τις καλύτερες παραδοσιακές φορεσιές τους, με τα ασορτί, φτιαγμένα από το ίδιο ύφασμα καπέλα τους ή να βάλουν τα μακριά φανταχτερά φουστάνια τους με την ανάλογη μαντήλα. Θα μου λείψει ο τρόπος που γιορτάζουμε σε κάθε γεγονός και σε κάθε περίσταση, διασκεδάζοντας, χορεύοντας, χτυπώντας τύμπανα και μερικές φορές με μασκαράδες και χορευτές παραδοσιακών χορών. Θα μου λείψουν τα παιχνίδια που παίζαμε με τις φίλες και τους φίλους μου. Οπωσδήποτε θα μου λείψει η κουζίνα της γιαγιάς μου. Το βλέμμα του παππού κάθε που έκανα καμιά αταξία. Οι θείες και οι θείοι μου, η αίσθηση της οικογένειας και των πραγμάτων γύρω μου. Δεν θυμάμαι να τους είπα αντίο φεύγοντας και αυτό είναι που με πονάει περισσότερο. Θα μου λείψουν οι πάντες και τα πάντα.

     Ελλάδα μου είπαν. Πρώτη φορά σε αεροπλάνο. Ένιωθα ανυπομονησία. Υπήρχαν τόσοι πολλοί άνθρωποι στο αεροδρόμιο, που αγωνιζόμουν να κοιτάξω κάπου σταθερά. Ο καθένας έδειχνε ότι ταξίδευε κάπου, με παιδιά ή με κατοικίδια. Στο αεροπλάνο θυμάμαι να κάθομαι δίπλα στο παράθυρο, πάντα ήθελα να βλέπω τη θέα του ουρανού. Χαρακτηριστικά θυμάμαι το χαμόγελο και την ευγένεια των αεροσυνοδών, πρόθυμων να μου προσφέρουν οτιδήποτε χρειάζομαι. Έδεσα τη ζώνη μου και ήμουν έτοιμη για την πτήση. Μπορούσα να αισθανθώ την καρδιά μου να χτυπά
γρήγορα. Ο φόβος μου μεγάλωνε συνεχώς όσο άκουγα το θόρυβο των μηχανών. Το αεροπλάνο άρχισε να κινείται στον αεροδιάδρομο. Τα χέρια μου άρχισαν να τρέμουν καθώς το αεροπλάνο πήγαινε όλο και γρηγορότερα. Αλλά τελικά ηρέμησα, όταν βρεθήκαμε στον αέρα. Προσγειωθήκαμε στη Θεσσαλονίκη μετά από πολλές ώρες στο αεροπλάνο. Η Ελληνική σημαία υπήρχε παντού στο αεροδρόμιο. Είχε εννιά ίσιες οριζόντιες λωρίδες, μπλε, εναλλασσόμενες με άσπρες και στην πάνω αριστερή γωνία ένα μπλε τετράγωνο που περιείχε έναν άσπρο σταυρό. Μου είπαν πως το μπλε χρώμα είναι για τον ουρανό και τη θάλασσα, το άσπρο αντιπροσωπεύει σύννεφα και κύματα στη θάλασσα, ενώ ο σταυρός συμβολίζει την Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία. Τόσο διαφορετική από τη σημαία της Νιγηρίας και με τόσο πολλά νοήματα. Βγαίνοντας από την έξοδο του αεροδρομίου, γοητεύτηκα από την ομορφιά του χιονιού. Μπορούσα να αισθανθώ το κρύο στο δέρμα μου. Στην Νιγηρία ποτέ δεν έκανε πολύ κρύο ούτε χιόνιζε, είχα ακούσει για το χιόνι και το είχα δει στα βιβλία αλλά να το ζω ήταν μεγαλοπρεπές. Άσπρο, πολύ άσπρο, υγρό, λαμπερό και κρύο. Ο τρόπος που οι μεγάλες νιφάδες χιονιού έπεφταν από τον ουρανό απαλά στο χώμα, ο τρόπος που το χιόνι έλιωνε στο στόμα, θυμάμαι πόση ένταση και ενθουσιασμό ένιωθα. Η Θεσσαλονίκη ήταν μια πόλη που ποτέ μου δεν είχα ξαναδεί, η ακτή, ο περίφημος Λευκός Πύργος, τόσα πολλά πράγματα να δει και να κάνει κανείς. Ήταν θαυμάσια. Προσπαθούσα να φανταστώ πώς θα είναι η ζωή μου από δω και πέρα, πώς θα τα συνηθίσω όλ' αυτά. Ωστόσο ήμουν τόσο νέα, που πολύ λίγα μου επέτρεπε η φαντασία μου να καταλάβω από το είδος της περιπέτειας που βρίσκονταν μπροστά μου.


(Χιόνι. Στη γειτονιά μας στη Βέροια)

     Την πρώτη χρονιά η γλώσσα ήταν δύσκολη, πολύ δύσκολη αλλά ενδιαφέρουσα και μοναδική. Πάντα υπήρχε κάτι καινούργιο που θα μπορούσες να μάθεις, τόσες πολλές έννοιες πίσω από κάθε λέξη, τόσοι πολλοί τρόποι προφοράς, τόσες πολλές κρυμμένες ιστορίες πίσω από κάθε φράση. Λένε ότι οι Έλληνες είναι γνωστοί για τη φιλοξενία τους. Πράγματι, έχουν απόλυτα δίκιο, καταπληκτικοί άνθρωποι. Ο τρόπος που σ' αγκαλιάζουν και σε καλωσορίζουν. Ο τρόπος που μοιράζονται ο,τι έχουν, μαζί μου, μόνο και μόνο για να με κάνουν να νιώσω ευπρόσδεκτη. Να μην έχω κανένα πρόβλημα να κάνω φιλίες, να νιώθω άνετη και ειλικρινής σχεδόν με όλους. Μα πιο πολύ στην Ελλάδα ερωτεύτηκα το φαγητό. Αγωνίστηκα να το συνηθίσω στην αρχή επειδή ήταν πολύ διαφορετικό από το φαγητό που τρώγαμε στη Νιγηρία, αλλά τρελαίνομαι για τη γεύση της φέτας, του γιαουρτιού και της παραδοσιακής πίτας. Και πάντα κάνουμε τη βασιλόπιτα την Πρωτοχρονιά, και μαγειρεύουμε παραδοσιακά γεύματα ανάλογα με την περίσταση. Το κάθε ένα ξεχωριστά από αυτά είναι νοστιμότατα.

     Πρόσεξα τη γενική χρήση του καφέ. Τα πάντα ξεκινούν με ένα φλιτζάνι καφέ. Γεύματα, πιοτό, παιχνίδια, μουσική, χορός, συζήτηση, όλα γύρω από ένα ωραίο φλιτζάνι καφέ. Οι φίλες μου κι εγώ κανονίζαμε να πάμε για καφέ τα Σάββατα και στη συνέχεια για χορό. Απολάμβανα τα παραδοσιακά τραγούδια και τους παραδοσιακούς χορούς με διαφορετικά μουσικά όργανα. Πάντα περνούσαμε όμορφα και γι' αυτό μου άρεσαν πιο πολύ τα Σάββατα. Κι ακριβώς όπως αγαπώ τα Σάββατα, αγαπώ και το Καλοκαίρι. Το Καλοκαίρι αξίζει πάντα. Κάθε χρόνο περίμενα με ανυπομονησία να έρθει το Καλοκαίρι, όταν θα έκλειναν τα σχολεία, όταν θα άρχιζε να ανεβαίνει η θερμοκρασία Στην Ελλάδα ποτέ δεν είχε τόση ζέστη όπως στη Νιγηρία. Στη Νιγηρία η ζέστη ήταν έντονη, σαν σε φούρνο ανέβαινε η θερμοκρασία. Έπρεπε να κουβαλάς ένα μπουκάλι νερό οπουδήποτε πήγαινες, καθώς αισθανόσουν τη θερμότητα από τη γη, αλλά ζώντας τόσα χρόνια εκεί είχαμε συνηθίσει. Στην Ελλάδα τα καλοκαίρια είναι ζεστά, αλλά όχι μ' αυτό το πύρωμα που σε κάνει να λιποθυμάς. Τρελαινόμουν να τρώω καρπούζια, ροδάκινα, φράουλες και κεράσια. Μπορούσα να περάσω όλη μέρα, τρώγοντας μόνο αυτά τα φρούτα. Κι όταν πια έρχονταν το κατακαλόκαιρο, εγώ κι η οικογένειά μου, πηγαίναμε για διακοπές. Προτιμούσαμε πάντα να πηγαίνουμε στα Ελληνικά νησιά. Το καθένα τους είναι μοναδικό, με τις όμορφες καθαρές παραλίες τους, τα εκπληκτικά ηλιοβασιλέματα. Αυτό που αγάπησα περισσότερο απ' το καλοκαίρι, ήταν η παραλίες. Ξεκινούσαμε για τη θάλασσα το πρωί, με τα μαγιό μας, την ομπρέλα, τα αντηλιακά, τις ψάθες και μερικά παιχνίδια για την άμμο και το νερό. Μόλις φτάναμε, τρέχαμε γρήγορα στο νερό, με χαρά και ενθουσιασμό. Η αίσθηση του δροσερού ή και κρύου νερού στα πόδια μου, η μυρωδιά του αλατιού της θάλασσας, είναι κάτι που ποτέ δεν θα ξεχάσω. Κι όταν κουραζόμουν από το κολύμπι, ξάπλωνα κάτω από την ομπρέλα, έπιανα ένα βιβλίο και άρχιζα να διαβάζω, και με το ζεστό καλοκαιρινό αεράκι, χανόμουν σ' έναν εντελώς καινούργιο κόσμο, σε μια εντελώς νέα περιπέτεια, μέσα στη φαντασία μου. Πόσο ευχάριστες και μοναδικές ήταν αυτές οι στιγμές! Θυμάμαι όταν πήγαμε στο χωριό που γεννήθηκε ο μπαμπάς μου, πόσο ευχάριστα άκουγα τις ιστορίες από τα παιδικά του χρόνια. Κάποτε μου είπε, ότι όταν έπεφτε η νύχτα, όλα τα παιδιά της γειτονιάς, μαζεύονταν κι έπαιζαν κρυφτό. Στην Νιγηρία, αυτή την ώρα και κάτω από το φως του φεγγαριού, μαζευόμασταν στον κήπο, όλοι γύρω-γύρω, περιμένοντας να ακούσουμε τις ιστορίες της γιαγιάς μου, πριν πέσουμε για ύπνο. Όλες αυτές οι αναμνήσεις με στέλνουν πίσω στα παιδικά μου χρόνια και με κάνουν να συνειδητοποιώ, πόσο πολύ μου λείπει να είμαι παιδί, αλλά πιο πολύ, πόσο γρήγορα φεύγει ο χρόνος.


(Μια ηλιόλουστη μέρα στη Μπενίν Σίτι της Νιγηρίας)

     Έδωσα μια υπόσχεση στον εαυτό μου, να γυρίσω κάποτε στη Νιγηρία, να κάνω έκπληξη σ' όλους. Να πάω να συναντήσω την οικογένεια και τις φίλες μου. Να ξαναφάω τα παραδοσιακά φαγητά. Να γυρίσω για να πάρω μια γεύση από τις παιδικές μου αναμνήσεις. Αναρωτιέμαι πόσο διαφορετικά θα είναι τα πράγματα, πώς θα πρέπει να έχουν αλλάξει. Αλλά μέχρι εκείνη τη μέρα, θα συνεχίσω να ζω την περιπέτεια που μου δίνει η ζωή.

No comments:

Post a Comment