Thursday 31 May 2018

Γράμμα από τη Βέροια. Ιστορίες από την Κίσσαμο. Μπάλος


Του Ανδρέα Μαρολαχάκη


     Πλησίαζε το Πάσχα. Το τελευταίο Πάσχα των εφηβικών μου χρόνων. Ήξερα πολύ καλά, πως ήταν η τελευταία μου ευκαιρία, να γνωρίσω τα ήθη και τα έθιμα αυτής της γιορτής, στην Κρήτη. Αποφάσισα. να μην πάω για τις πασχαλινές διακοπές του σχολείου στη Βέροια και να μείνω στην Κίσσαμο, όπου είχα ήδη αρκετές προσκλήσεις, για φιλοξενία από φίλους και συμμαθητές. Λίγο πριν κλείσουν τα σχολεία, άρχισε μια συζήτηση με τον Γιάννη και τον Αντώνη, απ’ τα Μεσόγεια, για μια εκδρομή, που θα μπορούσαμε να κάνουμε σε μια απομακρυσμένη κι έρημη περιοχή. Εγώ, δεν ήμουν ιδιαίτερα ενθουσιασμένος μ’ αυτήν την προοπτική. Ο Γιάννης όμως επέμενε τόσο πολύ κι αυτό με εντυπωσίασε, γιατί δεν με είχε συνηθίσει να φέρεται έτσι. Αναρωτιόμουν τους λόγους μια τέτοιας επιμονής, όμως το μυαλό μου ήταν κολλημένο αλλού και δεν έδινα ιδιαίτερη σημασία σε τίποτα.

     Ίσως την απάθεια που έδειχνα, που στην ουσία ήταν πραγματική, να την πήραν για συμφωνία οι φίλοι μου κι άρχισαν πυρετωδώς να οργανώνουν, τις λεπτομέρειες της εκδρομής. Εγώ δεν είχα τίποτα, εκτός απ’ την παρουσία μου, να προσφέρω στις ετοιμασίες της εκδρομής, γιατί ζούσα μόνος μου, σ’ ένα μικρό ξενοδοχείο της πόλης και γι αυτό δεν θα μπορούσα να συνεισφέρω, σε τρόφιμα και προμήθειες. Απ’ ό,τι κατάλαβα, αυτό δεν ήταν πρόβλημα γι αυτούς, καθώς φρόντιζαν για όλες τις λεπτομέρειες, χωρίς τη δική μου συμβολή. Τους άκουγα με απάθεια, να πληροφορούν τους υπόλοιπους συμμαθητές μας, για την εξόρμηση και τους πρότειναν να έλθουν μαζί μας. Με έκπληξη αντιλήφτηκα, πως αρκετοί ήθελαν να έρθουν μαζί μας και το συζητούσαν σοβαρά. Τελικά μερικοί λόγω των γιορτών, επειδή ίσως θεωρούσαν το Πάσχα οικογενειακή γιορτή, απέφυγαν τη πρόσκληση. Πάντως μαζευτήκαμε μια ομάδα, που την αποτελούσαμε, εγώ, ο Γιάννης Ρ., ο Αντώνης Σ., ο Λευτέρης Α., ο Δημήτρης Κ., όλοι συμμαθητές, ο Δημήτρης Ξ., ο οποίος είχε αποφοιτήσει απ’ το γυμνάσιο, την προηγούμενη χρονιά και τρεις εξωσχολικοί απ’ τον Πλάτανο που δεν μπορώ να θυμηθώ τα ονόματά τους.

Thursday 17 May 2018

Γράμμα από τη Βέροια. Ο φίλος μου ο Γιώργος (Gjergj Kola)


Του Παντελή Γουλάρα



     Για τον Γιώργο Κόλα άκουσα για πρώτη φορά, στα τελευταία χρόνια της δεκαετιας του '90, από τον κοινό μας φίλο, γιατρό Έντι (Eduart Shuaipi) με καταγωγή από την Αλβανία. Τα λόγια του έδειχναν έναν ανυπόκριτο θαυμασμό για τον ζωγράφο φίλο και συμπατριώτη του, που ζούσε στην Κοζάνη, ζωγράφιζε πίνακες, δίδασκε ζωγραφική, και είχε αναλάβει και την τοιχογραφική διακόσμηση ενός πολιτιστικού ιδρύματος στην πόλη.

     Πολύ σύντομα μάλιστα μου σύστησε τον ζωγράφο, κι έτσι είχα την δυνατότητα να γνωρίσω και να εκτιμήσω από κοντά το ταλέντο του Γιώργου Κόλα. Οφείλω να ομολογήσω ότι η γνωριμία αυτή, μ' έκανε ταυτόχρονα να εκτιμήσω εκτός από τη ζωγραφική και τη γενναιοδωρία του ανθρώπου Γιώργου Κόλα, αφού έγινα αποδέκτης δυο ανεκτίμητων πινάκων, που έκτοτε κοσμούν το σπίτι μου και για τους οποίους ο Γιώργος δεν δέχτηκε ποτέ να πάρει χρήματα. Πρόκειται για δυο προσωπογραφίες, μία δική μου με μολύβι και μία του Βαλκάνιου ήρωα Σκεντέρμπεη, ηγέτη του τελευταίου πυρήνα αντίστασης στα Βαλκάνια, απέναντι στην Οθωμανική λαίλαπα.

     Με την πάροδο του χρόνου βέβαια, άρχισε να γίνεται περισσότερο γνωστός, περισσότερο διάσημος. Πίνακές του κοσμούν πινακοθήκες, όχι μόνο στην Ελλάδα ή την πατρίδα του την Αλβανία, αλλά σε όλη την Ευρώπη και ακόμα και την Αμερική. Έχοντας πάρει στο μεταξύ, πλήθος διενθών βραβείων και συμμετέχοντας σε (ή διοργανώνοντας) μεγάλο αριθμό εκθέσεων στην Ευρώπη, έχει εγκατασταθεί τα τελευταία χρόνια στο Φάνο της Ιταλίας.

Monday 14 May 2018

Γράμμα από τη Θεσσαλονίκη. Πόντος: Δικαίωμα και Υποχρέωση στη Μνήμη


Του Παντελή Γουλάρα



     Επιστρέφοντας την Πρωτομαγιά στην Ελλάδα, είχα την ευκαιρία την επομένη 2/5/2018, να επισκεφτώ την πολυθεματική έκθεση “Πόντος: Δικαίωμα και Υποχρέωση στη Μνήμη”. Η όλη έκθεση, θα μπορούσα να πω με μια λέξη, ήταν συγκλονιστική. Διοργανώθηκε από τον συμπολίτη μας (Βεροιώτη) ομότιμο Καθηγητή, Κωναταντίνο Φωτιάδη και καταλάμβανε έναν αρκετά μεγάλο χώρο, στο περίπτερο 2 της Διεθνούς έκθεσης Θεσσαλονίκης.

     Αναλυτικώτερα, η έκθεση περιλάμβανε, τη σειρά έργων του εξ Αλβανίας ζωγράφου Gjergj Kola με θέμα την Ποντιακή Γενοκτονία, έργα άλλων ζωγράφων και γλυπτών με το ίδιο θέμα ή γενικότερα με θέματα παρμένα από τη ζωή των Ποντίων στον Πόντο ή στην Ελλάδα, Φωτογραφικά και γραπτά ντοκουμέντα από την περίοδο των διωγμών, Εφημερίδες και άλλες γραπτές πηγές από τη ζωή στον Πόντο πριν την καταστροφή, Ντοκουμέντα από την ζωή των διωγμένων Ποντίων και Ελλήνων γενικώτερα στη Ρωσία ή στη Σοβιετική Ένωση και από τη ζωή των προσφύγων στην Ελλάδα καθώς και Πορτραίτα επιφανών Ποντίων.

     Καθημερινά στον χώρο της έκθεσης δίνονταν διαλέξεις με θέματα που σχετίζονταν με το Ποντιακό ζήτημα. Παραλληλα διοργανώνονταν και μουσικές εκδηλώσεις.

Thursday 3 May 2018

Γράμμα από τη Βέροια. Ιστορίες από την Κίσσαμο. Καντάδες


Του Ανδρέα Μαρολαχάκη


     Εκεί… προς το τέλος της εφηβείας μας, λίγο πριν τελειώσουμε, το εξατάξιο γυμνάσιο στην Κίσσαμο, ο καθένας μας προσπαθούσε να διαχειριστεί τα συναισθήματα του, με διαφορετικό τρόπο. Το βασικό μας πρόβλημα τότε ήταν ο εφηβικός έρωτας. Πάνω σε αυτό τον τομέα ήμασταν τελείως άπειροι, και οι όποιες γνώσεις μας, βασιζόταν, στις διηγήσεις μεγαλύτερων, οι οποίες δεν ήταν σε καμία περίπτωση, πλέον κατάλληλες για την ενημέρωση μας. Ζούσαμε σε ένα περιβάλλον πολύ συντηρητικό, που ο βασικός κανόνας ήταν το «απαγορεύεται» ή για την ακρίβεια το “ό,τι δεν επιτρέπεται… απαγορεύεται”. Με αυτούς τους κανόνες ήταν αδύνατο να μπορέσει κάποιος έφηβος της εποχής, να εκδηλώσει τα συναισθήματα του για μια κοπέλα, με φυσιολογικό τρόπο. Φυσικά αυτό ήταν ένα τελείως προσωπικό θέμα και ο καθένας εκδηλωνόταν ή όχι, ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία του.

     Ο πιο συνηθισμένος τρόπος, για να προσεγγίσει ένας έφηβος μια κοπέλα, ήταν οι «περασάδες» μπροστά από το σπίτι της ή μπροστά από κάποιο άλλο μέρος, που σύχναζε αυτή. Ο ενδιαφερόμενος όμως, σε αυτή τη βόλτα συνήθως έπαιρνε μαζί και τους κολλητούς του. Αυτό γινόταν για να δώσει μια εγκυρότητα σ’ αυτή την «επιχείρηση» και να θολώσει τα νερά σε περίπτωση που γινόταν αντιληπτός απ’ τους οικείους της κοπέλας που τον ενδιέφερε. Βέβαια εκτός των άλλων έπαιρνε και κουράγιο απ’ την παρουσία των φίλων του και στις περισσότερες περιπτώσεις έκανε και τον «μάγκα» καθώς αισθανόταν πιο «άνδρας» με τη παρουσία τους.