Wednesday 22 March 2017

Γράμμα από το Δουβλίνο. Αναμνήσεις από τη Βέροια. Τα Στέκια


Του Παντελή Γουλάρα


     Όταν ήμασταν πιτσιρικάδες τα πράγματα ήταν απλά. Ακολουθούσαμε τους γονείς μας, όπου έβγαιναν αυτοί, και στέκια μας ήταν τα δικά τους στέκια. Καφενεία, ταβέρνες, ζαχαροπλαστεία, νυχτερινά κέντρα και κινηματογράφοι, ήταν κατά περίπτωση τα στέκια εκείνης της εποχής.
     Ακολουθώντας τον πατέρα μου, “σύχναζα” κι εγώ στο καφενείο του “Σιάχα” που βρίσκονταν στην οδό Κεντρικής, στην πλατεία που δημιουργείται μπροστά από το κατάστημα “Πεταλούδα” στην είσοδο του στενού απέναντι από το κατάστημα “Τζιαμπούρα”. Εκεί συνήθως απολάμβανα είτε την πορτοκαλάδα μου είτε το υποβρύχιο που συνήθως με κερνούσε ο καταστηματάρχης επειδή διάβαζα φωναχτά την εφημερίδα. Αυτό συνήθως γίνονταν τα πρωινά της Κυριακής. Άλλες φορές, όταν άρχιζε να καλοκαιριάζει, το στέκι άλλαζε. Το καλοκαιρινό στέκι ήταν το καφενείο “Πλάτανος” κάτω από το μπάσκετ της Ελιάς, δίπλα στα Λύκεια, που το είχε ο γείτονας μας ο Μουστάκας. Αργότερα το μαγαζί αυτό έγινε ταβέρνα, με το ίδιο όνομα από τον γιο του και καλό μου φίλο Γιώργο, ενώ σήμερα, το λειτουργεί η τρίτη γενιά, τα εγγόνια του αρχικού ιδιοκτήτη, οι γιοι του Γιώργου.

Sunday 19 March 2017

Γράμμα από το Δουβλίνο. Η γιορτή του Αγίου Πατρικίου. St Patrick's Day


Του Παντελή Γουλάρα


     Για να πω την αλήθεια, πριν από κάμποσα χρόνια δεν είχα ιδέα ποιος είναι ο Άγιος Πατρίκιος ή ο St Patrick όπως λέγεται εδώ. Τον έμαθα τέτοια περίπου εποχή, πριν από 23 χρόνια τον Μάρτη του 1994.
     Τον Ιανουάριο εκείνης της χρονιάς, είχα βρεθεί στο Δουβλίνο, μαζί με τον συνάδελφό μου από το Νοσοκομείο της Βέροιας, τον Γιώργο Παπαπαναγιώτου. Είχε οργανώσει τότε η Ευρωπαϊκή Ένωση ένα πρόγραμμα ανταλλαγών μεταξύ δημοσίων υπαλλήλων των χωρών της, με την ονομασία “ΚΑΡΟΛΟΣ”. Σκοπός του προγράμματος ήταν η εκπαίδευση των υπαλλήλων στα θέματα ενιαίας αγοράς και ενσωμάτωσης της ευρωπαϊκής νομοθεσίας στις χώρες μέλη. Το ειδικό αντικείμενο στο οποίο θα εκπαιδευόμασταν εμείς ήταν οι “Δημόσιες Συμβάσεις” και χώρα υποδοχής μας ήταν η Ιρλανδία. Η υπηρεσία που ανέλαβε να μας εκπαιδεύσει ήταν το Eastern Health Board, δηλαδή σαν να λέμε με τα Ελληνικά δεδομένα, η Διοίκηση Υγειονομικής Περιφέρειας του Δουβλίνου. Και το τμήμα στο οποίο μας διέθεσε αυτή η υπηρεσία, ήταν το Central Purchasing Department, δηλαδή το Κεντρικό Γραφείο Προμηθειών της Υγειονομικής Περιφέρειας, που είχε την ευθύνη των αγορών κάθε είδους υλικών για όλα τα νοσοκομεία της Περιφέρειας.
     Κάποια στιγμή κι ενώ τελείωνε ο Φλεβάρης, οι Ιρλανδοί συνάδελφοί μας, μας ρώτησαν ποια ήταν η ημέρα αναχώρησής μας. Συμπτωματικά ήταν 17η Μαρτίου και τους το είπαμε. Έδειξαν έκπληκτοι. “Τέτοια μέρα δεν φεύγει κανένας” μας είπαν. “Γιατί ρε παιδιά;” ρωτήσαμε. Κι αυτοί μας εξήγησαν ότι εκείνη την ημέρα ήταν η μεγαλύτερη γιορτή της χώρα, η γιορτή του Αγίου Πατρικίου. Εκείνη την

Monday 13 March 2017

Γράμμα από το Δουβλίνο. Μικρές ιστορίες από τη Βέροια. Το ποδήλατο


Του Παντελή Γουλάρα


     Ήταν η σχολική χρονιά 1972-73. Μαθητής της ΣΤ' τάξης του Γυμνασίου ήμουν τότε, σαν να λέμε σήμερα της Γ΄Λυκείου. Το σχολείο μου ήταν το τότε ιδιωτικό Γυμνάσιο “Νέα Εκπαιδευτήρια Βεροίας”, που σήμερα δεν υπάρχει πια. Στεγαζόταν στο κτίριο που μέχρι τα τελευταία χρόνια στεγάστηκε το 16ο Δημοτικό Σχολείο. Ιδιοκτήτης του Σχολείου ήταν ο τότε Δήμαρχος της πόλης και καθηγητής Μαθηματικών, ο Γ. Τσαλέρας και τη διεύθυνση ασκούσε η σύζυγός του, καθηγήτρια Θεολόγος, η κυρία Ρούλα όπως την αποκαλούσαμε όλοι μας.
     Την προηγούμενη χρονιά, η τότε ΣΤ' τάξη είχε καταφέρει και οργάνωσε την μεγάλη εκδρομή της τάξης στην Κωνσταντινούπολη. Τότε τα ταξίδια στο εξωτερικό για τους μαθητές των Γυμνασίων ήταν κάτι το πολύ σπάνιο, σε αντίθεση με το σήμερα. Μετά δε το δυστύχημα που είχε γίνει στη Γεωργιούπολη της Κρήτης, όλες οι εκδρομές ήταν σχεδόν απαγορευμένες, γιατί δεν βρίσκονταν καθηγητές να τις συνοδεύσουν. Είναι γεγονός ότι οι μεγαλύτεροι συμμαθητές μας είχαν καταφέρει και έκαναν αυτήν την τόσο σημαντική εκδρομή.
     Αυτό όμως άνοιξε και τη δική μας όρεξη. Θέλαμε οπωσδήποτε να ταξιδέψουμε στην Κωνσταντινούπολη και δούμε όλα όσα, στις διηγήσεις τους οι μεγαλύτεροι μας έλεγαν. Πρώτη μας δουλειά ήταν να πάρουμε την έγκριση της διεύθυνσης. Όταν η διευθύντρια μας δήλωσε ότι δεν είχε αντίρρηση αρκεί να εκπληρώνονταν οι όροι της εξεύρεσης συνοδών καθηγητών και της χρηματοδότησης, πετούσαμε από τη χαρά μας.

Thursday 9 March 2017

Γράμμα από το Δουβλίνο. Αναμνήσεις από τη Βέροια. Μικρές Ιστορίες 2


Του Παντελή Γουλάρα



Το καρότσι – εφιάλτης

     Υπήρχε ένα καρότσι μεταφοράς στην αγορά της Βέροιας, που είχε γίνει ο καθημερινός μου εφιάλτης. Πώς αλήθεια είχε γίνει αυτό; Ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
     
     Το καλοκαίρι του 1962, άρχισαν κάτι περίεργες εργασίες στο ισόγειο του σπιτιού μας. Μαστόροι – χτίστες και εργάτες να κουβαλάνε, ξύλα, τσιμέντα, άμμο, τούβλα. Να γκρεμίζουν και να χτίζουν. Το κελάρι των κρασιών του παππού, γκρεμίστηκε και μεταφέρθηκε σε άλλο σημείο, πιο πίσω. Η εξώπορτα του σπιτιού μεταφέρθηκε κι αυτή. Εκεί που βρίσκονταν μέχρι τότε, φτιάχτηκε μια βιτρίνα και η είσοδος καταστήματος. Ο χώρος περικλείστηκε από το υπόλοιπο σπίτι και νάτο το μαγαζί, έτοιμο. Ήταν το παντοπωλείο του πατέρα μου.
     Ακολούθησε ο μαραγκός. Όλοι οι τοίχοι γέμισαν με ράφια. Έτοιμοι και οι πάγκοι όπου θα έμπαιναν οι σάκοι με τα χύμα είδη τροφίμων, όσπρια, ρύζι, ζάχαρη κλπ. Ήρθε και το ψυγείο. Ψυγείο πάγου ήταν το πρώτο ψυγείο του μαγαζιού. Με πάγο που έπρεπε να ανανεώνεται κάθε μέρα. Φτιάχτηκαν και τα μεγάλα δοχεία με τις κάνουλες από όπου θα παραδίνονταν στους πελάτες τα είδη που ήταν σε υγρή μορφή, όπως το λάδι ή το φωτιστικό πετρέλαιο. Πήγαμε και τη ζυγαριά

Monday 6 March 2017

Γράμμα από το Δουβλίνο. Αναμνήσεις από τη Βέροια. Μικρές Ιστορίες


Του Παντελή Γουλάρα



Τα τσόκαρα και τα βιβλία

     Η θεια Χρυσώ ήταν από κείνες της γριές απροσδιόριστης ηλικίας, που από τα μικρά μας χρόνια, μέχρι που, πολλά χρόνια αργότερα, φύγαν απ' τη ζωή, ήταν ίδιες κι απαράλλαχτες, χήρες βέβαια, μέσα στα μαύρα ρούχα τους και με τα μαύρα τσεμπέρια τους στο κεφάλι. Τούτη εδώ εκτός των άλλων ήταν και χοντρή και δυσκίνητη. Ζούσε μόνη, σ' ένα γωνιακό σπίτι της οδού Ιεραρχών, μέσα στο Κακοσούλι (τη γειτονιά της Κυριώτισσας). Η σπουδαγμένη κόρη της ζούσε στη Λαμία και αργότερα στην Αθήνα, όπου είχε κάνει οικογένεια. Το σπίτι ήταν αρκετά μεγάλο γι' αυτήν, γι' αυτό και νοίκιαζε τμήμα του, είτε σε νιόπαντρα ζευγάρια, είτε σε εργένηδες. Τα καλοκαιρινά απογεύματα, την άραζε μπροστά στο σπίτι της σ' ένα πέτρινο πεζουλάκι που έμοιαζε με παγκάκι. Το χειμώνα ή νωρίς το πρωί τα καλοκαίρια, ήταν πάντα στημένη πίσω από το παραθύρι που έβλεπε στο δρόμο, καθισμένη σ' έναν ντιβανοκαναπέ που αποτελούσε ταυτόχρονα και το κρεβάτι της. Κι απ' όσο θυμάμαι, μέχρι που τελείωσα το δημοτικό, περίμενε την εμφάνισή μου.

Thursday 2 March 2017

Γράμμα από τη Θεσσαλονίκη. Το σπίτι των παππούδων


Της Ελένης Δημητριάδου


     Ο παππούς Κώστας, γεννημένος το 1878 και η γιαγιά Σοφία γεννημένη το 1889, ήρθαν στη Θεσσαλονίκη το 1924 με την Ανταλλαγή, από τη Σαφράμπολη της Μικράς Ασίας (τη Βυζαντινή Θεοδωρούπολη της Παφλαγονίας), μετά από ένα σύντομο πέρασμα από την Πόλη.


(Άποψη της σύγχρονης Σαφράμπολης από την ιστοσελίδα static.panoramio,com)

     «Στην Πόλη μέναμε κοντά στο Φανάρι», έλεγε ο πατέρας. Στα 50 του περίπου αξιώθηκε να το δει