Γράμμα του Γιώργου Παληγεώργου από το Αγρίνιο
Του Τρυητή που αρχινά, τ’ Αυγούστου που τελεύει
το σύνορό τους άπηχτο βράζει μες στο τσουκάλι,
να γένει η μουσταλευριά, οι γέψες όλο μέλι,
μ’ αλεύρι απ’ τ’ αλώνι σου και ρόγες απ’ τ’ αμπέλι.
Ο Τρυητής που ξεκινά κι ο Αύγουστος που πάει
σε έσπρωξαν και έπεσες πα στο χλωρό τ’ αχείλι
και γεύτηκες και μέθυσες φιλί γλυκιά αμάχη
κι ένα κορμί αγκάλιασες, μια σάρκα, ένα στάχυ.
Ξεπνέει ετούτος ο καιρός, καιρός είναι και φεύγει,
τσαπέλες σύκα αρμαθιές, μέρες που ξεραθήκαν
κι ακολουθάς τον ουρανό κι όλο τηράς τ’ αστέρια
κι απαριθμάς λαβωματιές χωρίς τα καλοκαίρια
Είναι ετούτη η νοτιά σαν τις παλιές μπουνάτσες,
πούσπαγε η πίσσα του καπνού και ξέσμιγαν τα φύλλα,
ώσπου τ’ αέρα η όρεξη κι όσο ναρθεί μελτέμι
κι όσο διασίδι να πιαστεί τριγύρω στην ανέμη
Κι όσο ν’ αρχίσουν οι βροχές και το σχολειό ν’ ανοίξει,
η νια δασκάλα να φανεί, να σε ξενοφιλήσει
η ντόπια αγάπη να χαθεί κι η ξένη να φτουρήσει
ο Τρυητής μεσοκοπά κι ο Αύγουστος θ’ αργήσει
Κι αφού έμαθες το μέτρημα, το διάφορο κατέχεις
κι αφού υποφέρνεις στα τρανά και στα τραγούδια αντέχεις
κι αφού η καρδιά σου αποζητάει το πιο μεγάλο ρίγος
μη βγαίνεις απ’ τ’ αμπέλι σου, ολοχρονίς ο τρύγος
Σημείωση: Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στις 31/8/2019 στο προφίλ του συγγραφέα στο Facebook.
No comments:
Post a Comment