Της Ανατολής Μελίδου
Έχω
την τύχη να ζω σε μια πόλη που αγαπώ.
Οταν πρωτόρθα ήμουν γύρω στα δεκαεπτά...
δεν ξανάφυγα. Είπα σ'αυτήν την πόλη θέλω
να ζήσω... και έτσι έκανα. Την πρώτη μου
χρονιά στην πόλη, θυμάμαι ότι μόνο
περπατούσα. Δηλαδή έκανα κι άλλα πράγματα,
πρωτοετής φοιτήτρια, κι όλα ήταν
καινούργια. Η πόλη όμως, ήταν η μεγαλύτερη
ανακάλυψη... ήταν έρωτας με την πρώτη
ματιά... και παρέμεινε. Αγαπώ να περπατώ
στην πόλη μου... αγαπώ να την ανακαλύπτω...
να βρίσκω τις κρυμμένες γωνιές της, το
παρελθόν της το Εβραικό, το Οθωμανικό,
το Βυζαντινό, το Ρωμαϊκό. Είναι μια πόλη
ανεξάντλητη...
Είναι
φορές βέβαια που η πόλη βγάζει το σκοτεινό
της πρόσωπο... το οπισθοδρομικό, το βαθειά
συντηρητικό. Στεναχωριέμαι τότε,
αγανακτώ, θυμώνω... Η πόλη μου όμως, είναι
μια πόλη που σε εκπλήσσει συνέχεια, τις
περισσότερες φορές θετικά. Πιστεύω ότι
οι περίπου 15000 φοιτητές της, βοηθούν σ'
αυτό... ίσως επειδή κάποτε ήμουν κι εγώ
μία απ'αυτούς. Αγαπώ την πόλη μου όλες
τις εποχές... όλες τις ώρες... Αγαπώ τους
ποιητές της, τους λογοτέχνες της...
διαβάζω ξανά και ξανά κείμενα, που έχουν
γραφτεί γι'αυτήν, λες και τα βλέπω για
πρώτη φορά. Αγαπώ τις βόλτες στους
δρόμους της. Νοιώθω σαν τουρίστας, που
ήρθε για λίγο και θέλει να ρουφήξει όσο
περισσότερες εικόνες μπορεί.
Μερικά
στιγμιότυπα απο την ζωή στην αγαπημένη
πόλη θα βρείτε στις μικρές ιστορίες που
ακολουθούν...
------------------------------------------------
ΔΩΡΟ
ΕΞ ΟΥΡΑΝΟΥ...
Στο
πάρκο του Ξαρχάκου έχει παπαγαλάκια...
Πράσινα... καταπράσινα... και πολύ όμορφα...
Είναι πιο εύκολο να τα δει κανείς προς
το σούρουπο, σαν να κάνουν την βόλτα
τους εκείνη την ώρα και σαν να παίζουν
κιόλας. Πετάνε τιτιβίζοντας σχετικά
χαμηλά, χάνονται έπειτα μέσα στα δένδρα...
ξαναβγαίνουν... σαν να είναι χαρούμενα
ζευγάρια συνήθως. Πού και πού πετάει
και κανένα μόνο του... έτσι για να σπάσει
τον κανόνα. Επειδή περνάω σχεδόν
καθημερινά απο εκεί, μου έχει γίνει
συνήθεια να τα ψάχνω. Άλλες φορές βλέπω
αρκετά... άλλες φορές μερικά... κάποτε τα
ακούω μόνο... είναι όμως εκεί και κάποιες
φορές, σπάνια, είναι σαν να έχουν κρυφτεί.
Όταν έρχονται στην πόλη φίλοι μου και
αναλαμβάνω την ξενάγησή τους, κανονίζω,
τυχαία δήθεν και αργά το απόγευμα,
περνάμε απο εκεί... Ξαφνιάζονται όλοι
με το μυστικό, τα ψάχνουν, γίνονται σαν
μικρά παιδιά, όταν τα ανακαλύπτουν...
χαίρομαι κι εγώ...
Τις
προάλλες περνούσα πάλι απο εκεί... έλειπα
μερικές μέρες και σαν να τα πεθύμησα...
τα έψαξα αλλά δεν είδα τίποτα... ούτε τα
άκουσα... έκανε και ζέστη. Θα ψάχνουν
μέσα στα φυλλώματα για δροσιά, σκέφτηκα.
Γύρισα να φύγω... λίγο απογοητευμένη.
Είχα κάνει μερικά βήματα, όταν ένοιωσα
κάτι να πέφτει στο πρόσωπό μου. Ξαφνιασμένη
το έπιασα και ανακάλυψα ένα πουπουλάκι...
ένα πουπουλάκι πανέμορφο... πράσινο,
καταπράσινο. Έμεινα να το κοιτάζω
εκστασιασμένη... "δώρο εξ ουρανου"
σκέφτηκα... και συνέχισα τον δρόμο μου
ευτυχισμένη...
ΑΠΡΟΣΚΛΗΤΟΣ
ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ
Η
κουζίνα μου βλέπει σε έναν ακάλυπτο
χώρο. Επάνω στην ταράτσα τοποθετήσαμε
ένα πλέγμα αρκετά δυνατό, για να μην
μπαίνουν πουλιά... Χθες όμως είχαμε
επισκέπτες. Στην αρχή άκουσα ένα μικρό
θόρυβο στο μπαλκόνι, σαν κάποιος να μου
χτυπούσε το τζάμι, αμυδρά. Όμως... δεν
έδωσα σημασία... ποιός θα μπορούσε να
ήταν εξάλλου. Ο θόρυβος όμως συνεχιζόταν.
Κοίταξα μέσα από το τζάμι και είδα μια
νυχτερίδα να με κοιτάει... Κοιταχτήκαμε
για μερικά λεπτά... πανικοβλήθηκα... και
τώρα τι κάνουμε; Την άφησα μια μέρα, την
σκεφτόμουν όμως... κρίμα να την αφήσω να
πεθάνει στο μπαλκόνι. Σήμερα το
αποφάσισα... πήρα μία πετσέτα και αφού
την δίπλωσα στα τέσσερα (φόβος γαρ)
έπιασα την νυχτεριδούλα για να την βγάλω
έξω, από το μπαλκόνι του σαλονιού... εκεί
που έχει και δέντρα... Καθώς την μετέφερα
ένοιωθα στα χέρια μου, τους χτύπους της
καρδιάς της... τάκα - τούκα, τάκα – τούκα...
φοβόταν... Φοβάσαι εσύ, φοβάμαι κι εγώ,
σκέφτηκα. Την έβγαλα έξω, άνοιξα την
πετσέτα, άντε στο καλό της λέω. Γαντζώθηκε
πάνω στην πετσέτα και δεν έφευγε...
συνέχιζε να φοβάται. Έκανα μια μικρή
κίνηση με τα χέρια, την κούνησα λιγάκι...
Σαν να το αποφάσισε ξαφνικά, βούτηξε
στο κενό και λίγο πριν χτυπήσει κάτω,
σαν τότε να κατάλαβε ότι ήταν και πάλι
ελεύθερη, έδωσε μία προς τα πάνω και
χάθηκε μέσα στην καρυδιά... Ησυχη πιά κι
εγώ συνέχισα την μέρα μου.
Η
ΚΕΡΑΣΙΑ
Εχω
την τύχη, παρόλο που μένω στο κέντρο της
πόλης, να υπάρχει μια κερασιά κάτω από
το μπαλκόνι μου. Τα κλαδιά της μπαίνουν
σχεδόν μέσα στα δωμάτια... Το δένδρο όμως
είναι γέρικο... το μισό έχει ήδη ξεραθεί...
Φέτος σαν απο θαύμα αυτό το μισό δένδρο
ξανάνθισε... και ένα πρωί, με βαρειά
διάθεση, ανοίγοντας το παράθυρο, με
περίμενε μία έκπληξη... Το πρώτο κεράσι,
βρισκόταν εκεί και περίμενε... ζουμερό
και ολοκόκκινο... Καλύτερο δώρο δεν θα
μπορούσα να έχω... η μέρα μου χρωματίστηκε
με το κόκκινο της ζωής...
ΠΑΣΧΑ
ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
Ανήμερα
το Πάσχα χτυπάει το τηλέφωνό μου...
φαινόταν νούμερο εξωτερικού... Φωνή
μάλλον ηλικιωμένου... “Καλημέρα, Χριστός
Ανέστη, Χρόνια Πολλά...” “Καλημέρα,
Αληθώς Ανέστη” απαντάω... “ποιός είστε...
δεν κατάλαβα...” “Είμαι ο Γ... του Β...”
απάντησε με χαρά... “από τον Καναδά
τηλεφωνώ...” “Συγγνώμη, αλλά μάλλον
κάνετε λάθος”, του λέω... “Μα πως;”
απορεί, “δεν είναι αυτο το νουμερο;”
“Ναι αυτό είναι το νούμερο, μάλλον
γράψατε κάποιον αριθμό λάθος...”
“Κρίμα...” η φωνή του ακούγεται
απογοητευμένη... “και ήθελα τόσο να
μιλήσω με την Πατρίδα...” “Μιλήστε μαζί
μου τότε”, του λέω, “κι εγώ Πατρίδα
είμαι...” Γέλασε... “Τουλάχιστον πήρα
στην Πάτρα;” συνεχίζει... “Όχι, αλλά
πήρατε στην Θεσσαλονίκη...” “Στην
Θεσσαλονίκη;” Είχε έρθει μικρός, την
θυμόταν με πολλή αγάπη... Ρώτησε δυο τρία
πράγματα για την πόλη... “Και ο καιρός;”
πώς είναι σήμερα ο καιρός;” συνεχίζει...
“Χαρά Θεού”, του απαντώ... Μερικές
στιγμές σιωπής... “Ευχαριστώ, ευχαριστώ...
μου έκανες το μεγαλύτερο δώρο...” και η
φωνή του σαν να έσπασε... “Μα δεν έκανα
τιποτα...” πήγα να πω... Δεν πρόλαβα... Το
είχε κλείσει....
No comments:
Post a Comment