Tuesday 12 January 2021

Ποιος ήταν ο Λαμπράκης που πέθανε και άλλες πολιτικές παρεξηγήσεις

 Γράμμα του Παντελή Γουλάρα από το Δουβλίνο




Ο παππούς  μου Φώτης Γιαννακόπουλος, όπως ήταν τον καιρό της πρώτης ιστορίας


    Παιδιά! Μ' ένα μυαλό παρθένο από πληροφορίες, να ρουφάει σαν σφουγγάρι κάθε τι καινούργιο που μαθαίνει, παίρνοντας χιλιάδες στροφές το δευτερόλεπτο, να μετατρέπει την πληροφορία σε γνώση και να βγάζει τα δικά του συμπεράσματα, πολλές φορές λανθασμένα, μιας κι αυτές οι πληροφορίες κι αυτή η γνώση είναι ακόμα περιορισμένες και ατελείς. Σ' αυτή τη διαδικασία, συμβαίνουν πολλές φορές παρανοήσεις και παρεξηγήσεις που ανάλογα με το περιβάλλον ή το χρόνο που εξετάζονται να φαίνονται αστείες ή σοβαρές.

    Ήμουν τριών ή πέντε χρόνων (δυστυχώς δεν μπορώ να θυμηθώ αν ήταν στις εκλογές του 1958 ή του 1961) όταν δέχθηκα την πρόσκληση του παππού μου...

    “Πάμε στην πλατεία να ακούσουμε τον γέρο;”

    Ο παππούς μου, πατέρας της μητέρας μου, Φώτης Γιαννακόπουλος, ήταν γεννημένος στο Άνω Κεράσοβο της Αιτωλοακαρνανίας. Φεύγοντας νέος από το χωριό του εξαιτίας μιας βεντέτας, ξεκίνησε την ενήλικη ζωή του ως Χωροφύλακας, βασιλικών πολιτικών πεποιθήσεων. Περνώντας δια πυρός και σιδήρου (δυο βαλκανικοί κι άλλοι δυο παγκόσμιοι πόλεμοι, μικρασιατική καταστροφή, δικτατορίες αμέτρητες, διχασμός και εμφύλιος) με κόρη και γαμπρό ΕΑΜίτες, κατέληξε αμπελουργός και κρασοπαραγωγός στη Βέροια και πολιτικά κεντρώος Παπανδρεϊκός.


Ο Γεώργιος Παπανδρέου την ίδια περίοδο


    Το παιδικό μου μυαλό, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι όταν έλεγε “γέρος”, εννοούσε τον Γεώργιο Παπανδρέου που είχε τότε το προσωνύμιο “Γέρος της Δημοκρατίας” ή απλώς “Γέρος” και ο οποίος θα έρχονταν και θα μιλούσε στη Βέροια, στα πλαίσια της προεκλογικής του εκστρατείας. Ο μόνος γέρος που ήξερα ήταν ο παππούς. Άντε κι ο κολλητός του φίλος, ο μπάρμπα Κώστας ο Σταυρόπουλος, που είχαν τα αμπέλια τους δίπλα – δίπλα στην περιοχή του Εργοχωρίου, καταγόταν μάλλον από την Πελοπόννησο ή τη Στερεά και αποκαλούσαν ο ένας τον άλλον “Παλιολλαδίτη”. Γι' αυτό και δεν καταλάβαινα γιατί όλοι γύρω μου έσκασαν στα γέλια όταν στην πρόσκληση του παππού μου απάντησα με την ερώτηση...

    “Καλά, κι εσύ γέρος δεν είσαι; Άλλος γέρος είν' αυτός;”

....................


    Εκείνα τα χρόνια ήταν πολύ συνηθισμένοι οι αγώνες πάλης του λεγόμενου κατς. Κάτι ανάμεσα σε πάλη και θεατρική παράσταση. Με θηριώδεις παλαιστές με τρομακτικά ονόματα, όπως ο Τρομάρας και εξίσου τρομακτική περιβολή όπως ο φοβερός Μασκοφόρος και άλλους που ήταν γνωστοί μόνο μ' ένα όνομα που δεν ήξερες αν είναι το μικρό ή το επίθετο, όπως ο Ναθαναήλ. Διοργάνωναν αγώνες στην Αθήνα, όπου γέμιζαν τα ρινγκ και τα στάδια, πολλές φορές με επεισόδια, γιατί οι θεατές καταλάβαιναν ότι παρά τις αγριάδες, τους γρυλισμούς και τα βογκητά, κάποιοι αγώνες ήταν σικέ. Άλλοτε έκαναν περιοδείες στην επαρχία, που διαφημίζονταν για μέρες με αφίσσες και με αυτοκίνητα που περιδιάβαιναν τις πόλεις και με το μεγάφωνο καλούσαν τον κόσμο να παρακολουθήσει τους αγώνες.


Ανακοίνωση αγώνα κατς στην Αθήνα. Λαμπράκης εναντίον Μασκοφόρου. Μέχρι τελικής εξοντώσεως


    Φυσικά η Βέροια δεν θα μπορούσε να είναι έξω από αυτό το πανηγύρι. Καλοκαίρι ήταν, αθλητική δραστηριότητα δεν υπήρχε και οι αγώνες του κατς ήταν μια όαση για τους φίλαθλους της πόλης. Φοβερός και τρομερός ο αγώνας. Ναθαναήλ εναντίον Μασκοφόρου. Πριν απ' αυτούς τους δυο θα πάλευαν και κάποιοι ασήμαντοι, έτσι για ορεκτικό, αλλά ποιος έδινε σημασία σ' αυτούς. Οι κύριοι αντίπαλοι, τραβούσαν όλο το ενδιαφέρον του κοινού. Ο αγώνας θα δίνονταν στο Εθνικό Στάδιο της πόλης. Η διαφήμιση ήταν συνεχόμενη. Ο πρωταθλητής Ναθαναήλ, εναντίον του μυστηριώδους Μασκοφόρου. Το αυτοκίνητο ανεβοκατέβαινε τους δρόμους της πόλης και ανακοίνωνε την μεγάλη μονομαχία με πολλά θαυμαστικά επίθετα.

    Την ημέρα του αγώνα, με πήρε ο πατέρας μου από το χέρι, και κατεβήκαμε στο γήπεδο. Τότε υπήρχε μόνο μία κερκίδα, αυτή που βρίσκεται προς την πλευρά της Οδού Σταδίου και των Παλιών Σφαγείων. Μπροστά από αυτή την κερκίδα και ακριβώς στη μεσαία γραμμή του γηπέδου, είχε στηθεί το ρινγκ. Οι συμπολίτες μας είχαν κατακλύσει το γήπεδο. Δεν περίσσευε ούτε μια θέση άδεια την ώρα αγώνα.


Ο πρωτοπαλαιστής Ανδρέας Λαμπράκης


    Κάποτε ήρθε η μεγάλη στιγμή. Οι παλαιστές βγήκαν ένας-ένας φορώντας κάτι μακριές κάπες και στα πόδια τους μαλακά σχεδόν κολλητά στο δέρμα παπούτσια. Ο Μασκοφόρος, που βγήκε τελευταίος, γρύλιζε και φοβέριζε τον Ναθαναήλ, δημιουργώντας έτσι ένταση και τραβώντας το ενδιαφέρον του κοινού. Αφού έβγαλαν τις κάπες και τις ακούμπησαν στις γωνίες τους, με το σήμα του διαιτητή άρχισαν να παλεύουν. Τα χτυπήματα και οι λαβές διαδέχονταν το ένα το άλλο. Κραυγές, βογγητά, γρυλισμοί ακούγονταν διαρκώς. Εγώ στις κερκίδες είχα αρχίσει να τρέμω, είτε από την ένταση είτε από το φόβο μπροστά στην πιθανότητα να συμβεί κάτι πολύ κακό στο ρινγκ. Άλλωστε η διαφήμιση το έγραφε καθαρά. “Μέχρι τελικής εξοντώσεως”. Κι αυτοί οι γίγαντες, γιατί γίγαντες μου φαίνονταν, έδειχναν να το εννοούν.

    Πέρασε έτσι πολλή ώρα, με πάλη, με πτώσεις, με διαλείμματα, ώσπου κάποια στιγμή, ο Ναθαναήλ κατάφερε να βάλει κάτω τον Μασκοφόρο, να κάτσει επάνω του, να πιάσει το πόδι του και να το στρίψει και να τον αναγκάσει έτσι να χτυπήσει τρεις φορές το πάτωμα του ρινγκ και να εγκαταλείψει τον αγώνα ηττημένος. Το πλήθος στις κερκίδες παραληρούσε. Και το “κερασάκι στην τούρτα”, το δώρο του Ναθαναήλ στους ενθουσιασμένους θεατές, ήταν να τραβήξει την μάσκα και μ' αυτό τον τρόπο να αποκαλύψει το πρόσωπο του, ηττημένου πλέον και τώρα ταπεινωμένου Μασκοφόρου.


Νεότερη φωτογραφία του Σταδιού της Βέροιας. Μπροστά σ' αυτήν την κερκίδα, την παλιά, ήταν στημένο το ρινγκ της ιστορίας

    

    Οφείλω να σημειώσω ότι, ενώ ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα ζωντανά αγώνες κατς, δεν ήταν η πρώτη φορά που μάθαινα γι' αυτούς. Οι αθλητικές εφημερίδες της Δευτέρας, έγραφαν τακτικά και στους κινηματογράφους, πριν την προβολή της ταινίας, όταν πρόβαλαν τα “επίκαιρα”, έδειχναν συχνά εικόνες από αγώνες. Έτσι σιγά-σιγά μαθαίναμε και τα ονόματα των παλαιστών και τα κατορθώματά τους. Ένας απ' αυτούς, σχετικά νέος στα ρινγκ ήταν και ο Λαμπράκης. Ανδρέας το μικρό του όνομα. Χρησιμοποιούσε και το όνομα Σπυρίδων Μανουσάκης. Άγνωστο σε μένα ποιο από τα δυο ήταν το πραγματικό. Είχε βέβαια και κατά περίπτωση διάφορα “καλλιτεχνικά” ψευδώνυμα ιδίως όταν έδινε αγώνες σε Αμερική και Αυστραλία, όπως, “Σπύρος Αρίων” ή “Χρυσός Έλληνας” ή “Σιδερένιος Έλληνας”.

    Διάβαζα, έβλεπα, μάθαινα τα κατορθώματά του και είχα γίνει θαυμαστής του. Κάθε Δευτέρα ο πατέρας μου αγόραζε τα “Αθλητικά Νέα” κι εγώ, πέραν των ποδοσφαιρικών, έψαχνα και τα νέα του κατς, για να διαβάσω τα κατορθώματα του Ναθαναήλ και του Λαμπράκη που είχαν γίνει τα φαβορί μου.


Ο δολοφονηθείς Βουλευτής Λαμπράκης


    Ήταν Μάης του 1963, όταν διαπίστωσα μια αναστάτωση ανάμεσα στους ανθρώπους της γειτονιάς. Το ίδιο και στο σπίτι. Ο μπαμπάς μιλούσε ψιθυριστά με τη μάνα μου. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι γίνονταν. Κάποια στιγμή μόνο έπιασα κάπου μια κουβέντα... “Χτυπήσαν τον Λαμπράκη”.

    Πάγωσα. Στο μυαλό μου ήρθε εκείνο το “μέχρι τελικής εξοντώσεως”. Πίστεψα ότι σε μια τέτοια πάλη, χτυπήθηκε μέσα στο ρινγκ. Κι όταν αργότερα άκουσα ότι πέθανε στο Νοσοκομείο, δεν έβγαζα μιλιά από τη στενοχώρια μου. Το παιδικό μου μυαλό δεν μπορούσε να φανταστεί ότι υπήρχε κι άλλος Λαμπράκης κι ότι εκείνος ήταν που είχε χτυπηθεί και δολοφονηθεί. Ο κόσμος θρηνούσε τον Βουλευτή και αγωνιστή κι εγώ τον παλαιστή. Στη γειτονιά, παίζοντας με τα άλλα παιδιά, που κι αυτά με το μυαλό τους πίστευαν τα ίδια με μένα, είχαμε στήσει ολόκληρη κουβέντα, λέγοντας για τα κατορθώματά του και για τις περηφανείς νίκες του απέναντι σε Αμερικανούς, Ρώσους και Ευρωπαίους παλαιστές.

    Φυσικά, μιας και ήμουν τακτικός αναγνώστης των εφημερίδων που αγόραζε ο πατέρας μου, δεν άργησα να μάθω την αλήθεια, που ήταν πολύ χειρότερη απ' αυτό που είχα φανταστεί, αλλά άφηνε ανέγγιχτο τον κατσέρ του οποίου ήμουν οπαδός. Η παρεξήγηση όμως είχε ήδη γίνει...


.........................


    Ζορό! Ένας από τους ήρωες των παιδικών μας χρόνων. Ο ήρωας του συγγραφέα Τζόνστον Μακάλεϊ, που εμφανίζεται στις ιστορίες του από το 1919 και μετά, με μια σειρά βιβλίων, όπως “Η κατάρα του Καπιστράνο”, “Η μάσκα του Ζορό”, “Το σημάδι του Ζορό” και άλλα. Ο ευγενής με το υποθετικό όνομα “Δον Ντιέγκο Ντε Λα Βέγκα” που τις νύχτες γίνεται ο μασκοφόρος εκδικητής και υποστηρικτής των φτωχών και καταφρονεμένων της Καλιφόρνια. Κάτι σαν τον μεταγενέστερο Μπάτμαν δηλαδή.


Σχετικά πρόσφατη έκδοση του βιβλίου "Το σημάδι του Ζορό"


    Με τη βοήθεια του Χόλιγουντ και την ώθηση του Γουόλτ Ντίσνεϊ λίγο αργότερα, ο Ζορό έγινε πολύ δημοφιλής ήρωας. Ηθοποιοί όπως ο Ντάγκλας Φέρμπανκς και ο Τάιρον Πάουερ κι αργότερα ο Αλέν Ντελόν, έφεραν τον λαϊκό αυτόν ήρωα στους κινηματογράφους και της πιο μικρής Ελληνικής πόλης. Ταινίες του ακόμα και σχετικά πρόσφατα γυρίζονταν, με τον δημοφιλή Αντόνιο Μπαντέρας. Τα περιοδικά ευρείας κυκλοφορίας, τα λεγόμενα και λαϊκά, δημοσίευαν ιστορίες του σε συνέχειες. Και κοντά σ' αυτά και τα διάφορα κόμικς που δημοσίευαν εικονογραφημένες ιστορίες του Ζορό και ήταν αρκετά φτηνά για το παιδικό μας βαλάντιο.

    Τους τελευταίους μήνες του 1962 κυκλοφόρησε και ο “Μικρός Σερίφης”. Οι περιπέτειες του ήρωα ενός ευφάνταστου Έλληνα συγγραφέα, του Κώστα Φωτεινού (Πότη Στρατίκη), που δημοσιεύονταν σε εβδομαδιαία τεύχη και που πολύ γρήγορα έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής σε μας τα παιδιά. Ιστορίες που παρ' όλο που ήταν γραμμένες στην Ελλάδα, μιλούσαν για το Φαρ Ουέστ και τα κατορθώματα ενός νεαρού άνδρα ελληνικής καταγωγής, του σερίφη Τζιμ Άνταμς και των φίλων του, την εποχή της κατάκτησης της Δύσης. Από το πρώτο κιόλας τεύχος είχαμε γίνει τακτικοί αναγνώστες του.


Ο Ζορό του Γουόλτ Ντίσνεϊ σε κόμικ του Τερζόπουλου


    Στο 3ο τεύχος του περιοδικού κάνει την εμφάνισή του και ο Ζορό. Ως αντίπαλος από παρεξήγηση στην αρχή και στη συνέχεια σύμμαχος του δικού μας “Μικρού Σερίφη”. Και κάπως έτσι ο Ζορό μπήκε κυριολεκτικά μέσα στα σπίτια μας.

    Τα παιδιά λειτουργούν συνήθως με συμβολισμούς και σύμβολα. Το σήμα μιας ποδοσφαιρικής ομάδας δείχνει να τους τραβάει. Στους λεγόμενους λαϊκούς ήρωες το ίδιο. Το S του Σούπερμαν, η νυχτερίδα του Μπάτμαν τους εντυπωσιάζουν. Το ίδιο και το σύμβολο-σημάδι του Ζορό, ένα τεράστιο Ζ (ζήτα) που εμφανίζεται πάντα στις ιστορίες του. Ένα σημάδι-υπογραφή αυθεντικότητας, που αυτός ο καταπληκτικός ξιφομάχος, υπέγραφε με την άκρη του ξίφους του, συνήθως στο μέτωπο των καταπιεστών της φτωχολογιάς, θυμάτων του ή στα οπίσθια του κωμικού λοχία αντιπάλου του.


Το 3ο τεύχος του "Μικρού Σερίφη"


    Αυτό λοιπόν το Ζ ήταν που με εντυπωσίασε κι εμένα. Με κάθε ευκαιρία το χάραζα ή το ζωγράφιζα, στο χώμα, σε πέτρες, σε τετράδια και σε βιβλία. Άλλωστε στα παιχνίδια που κάναμε με τα παιδιά της γειτονιάς, κρατούσα για τον εαυτό μου το ρόλο του Ζορό. Είχα μάλιστα κάνει κι ένα τεράστιο Ζ, που έπιανε ολόκληρη σελίδα, στην πρώτη σελίδα μετά το εξώφυλλο, του αναγνωστικού μου του Δημοτικού.


Εικόνα από διαδήλωση με το σύνθημα "Ο Λαμπράκης Ζει"


    Ήταν η περίοδος μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη και των δικών που ακολούθησαν για την υπόθεση. Των πολιτικών αλλαγών και της αποστασίας. Διαδηλώσεις, διαμαρτυρίες, πολιτικές συγκεντρώσεις, ήταν καθημερινό φαινόμενο. Ένα από τα πιο συνηθισμένα συνθήματα των διαδηλωτών ήταν και το: “Ο Λαμπράκης Ζει” που γρήγορα μετράπηκε σ' ένα επαναλαμβανόμενο “Ζει” κι αυτό με τη σειρά του μετουσιώθηκε σ' ένα σκέτο Ζ, γραμμένο σε πλακάτ και πανό. Αυτό που αργότερα αποτέλεσε κομμάτι της έμπνευσης του συγγραφέα Βασίλη Βασιλικού για τον τίτλο του έργου του “Ζ”.


Πρόσφατη έκδοση του έργου του Βασίλη Βασιλικού "Ζ"


    Κάποια στιγμή, ένας από τους δασκάλους μου, παρατήρησε αυτό το μεγάλο Ζήτα στο βιβλίο μου. Πέρασε, ξαναπέρασε δίπλα από το θρανίο μου, μέχρι που αποφάσισε να μου μιλησει...

    “Τι είναι αυτό στο βιβλίο σου;”

    “Το Ζήτα κύριε”.

    “Τι Ζήτα; Δηλαδή Ζει;”

    “Όχι. Το σημάδι του Ζορό”

    “Καλά, αλλά μην καταστρέφετε τα βιβλία σας με ζωγραφιές”.

    Και προφανώς, καταλαβαίνοντας το μέγεθος της παιδικής αφέλειας, δεν μου ξανάκανε κουβέντα.

    Η παρεξήγηση λύθηκε στο σπίτι μερικές μέρες αργότερα, όταν είδε το βιβλίο ο πατέρας μου. Κατάλαβε αμέσως, χωρίς να χρειαστεί να του εξηγήσω. Κι αφού με ενημέρωσε για τον τρέχοντα συμβολισμό του γράμματος ζήτα, μου συνέστησε να είμαι προσεκτικός για να μην έχουμε τίποτα μπερδέματα. Όχι δεν μου ζήτησε να το αφαιρέσω.


    Σημείωση: Όλες οι φωτογραφίες, εκτός από την πρώτη και την τελευταία που είναι δικές μου, είναι από το διαδίκτυο.

No comments:

Post a Comment