Γράμμα του Βασίλη Χαραλάμπους από τη Λευκωσία
Τα έθιμα της Πρωτοχρονιάς ήταν απλά όπως τζιαι η ζωή του χωρκού μας. Πριν τα Χριστούγεννα εφουρνίζαν στο χωρκόν μας για ούλλες τες γιορτές του Δωδεκαημέρου. Μαζί με τα ψουμιά τα σισαμένα τζιαι τα ποξαμάθκια εκάμναν τζιαι την “βασιλόπιτταν” που το ίδιον ζυμάριν. Ήταν μιαλύττερον που τα άλλα τα ψουμιά τζιαι είσιεν έναν σταυρόν με ζυμάριν κουλλουρωτόν. Στην μέσην εκάμναν ένα μιτσήν λουκκούϊν για να μπορεί να μπαίνει ένα τζιερίν. Μέσα στην “βασιλόπιττα”, εβάλλαν τζι έναν σελίνιν ή διπλοσέλινον.
Την νύχταν της προηγούμενης της γιορτής εβάλλαν πάνω στο τραπέζιν οι νοικοτζιυρές την βασιλόπιττα, με έναν τζιερίν μέσ’ την μέσην. Εβάλλαν τζι έναν τσεστούϊν με σιτάριν. Είσ̌ιεν που εβάλλαν κόλλυφα αντί σιτάριν. Δίπλα εβάλλαν τζι έναν ποτήριν κρασίν. Δίπλα επίσης εβάλλαν τζι έν τσεντίν όφκαιρον, “για να το γεμώσει ο Άης Βασίλης”, όπως ελαλούσαν. Τότες οι περίτου χωρκανοί μας εζούσαν μέσα στην φτώσ̌ιειαν. Ήτουν ας πούμεν ο προστάτης των φτωχών.
Τούτην την ημέραν του Αγίου Βασιλείου στο χωρκόν μας ετιμούσαμέν την πολλά. Ο Άγιος Βασίλειος που ήταν Επίσκοποπος στην Καισάρειαν της Καππαδοκίας, έκαμεν πολλά καλά. Ότι περιουσίαν είσ̌ιεν έδωκέν την για τους φτωχούς Έκτισεν γηροκομεία, πτωχοκομεία, νοσοκομεία τζιαι πολλά άλλα. Τούτον τον μιάλον Άγιον ετιμούσαμεν στο χωρκόν μας τζι εσ̌ιαιρούμαστην εις την γιορτήν του τζι όϊ τζιείνον το στολίδιν το ξενόφερτον το φουσκωτόν το κοτσ̌ινοφορεμένον.
Ανήμερα τ’ Αή Βασιλειού, μετά που εβκαίνναν που την εκκλησιάν, οι γεναίτζιες ετοιμάζαν τον καουρμάν, για με ρίφιν, για με αρνίν. Κάποτε εκάμναν όρνιθαν με τα μακαρούννια του χωρκού στο σ̌ιέριν. Το μεσομέριν στο τραπέζιν εκόφκαν τζιαι την βασιλόπιτταν. Το πρώτον κομμάτιν που εκόφκαν, ελαλούσαν “τούτον ένι του Χριστού”, ύστερα του νοικοτζ̌ιύρη, τζί ύστερα τους άλλους. Τζιείνος που έβρισκεν το σελίνιν ή το διπλοσέλινον, ήταν ο κερδισμένος. Ήταν απλοί οι ανθρώποι του χωρκού μας τζι έτσι απλά ήταν τζιαι τα έθιμά τους, όμως είχαν χαράν τες γιορτές τούτες.
No comments:
Post a Comment