Tuesday, 28 December 2021

Ο Χρήστος, η Ηλέκτρα και ο Άγιος Βασίλης

 Γράμμα του Ανδρέα Μαρολαχάκη από τη Χαράδρα της Ημαθίας





    «Άντε να φύγει επί τέλους αυτή η χρονιά»! Αυτή είναι μια φράση που όλο και πιο συχνά ακούμε το τελευταίο διάστημα. Είναι πολύ περίεργο που θυμόμαστε τώρα στο τέλος της χρονιάς μόνο τις άσχημες στιγμές που ζήσαμε σ' όλη τη διάρκειά της. Ελπίζουμε πως με την αλλαγή του χρόνου κάτι θ' αλλάξει και με μια αισιοδοξία, που στην πραγματικότητα δεν στηρίζεται πουθενά, πιστεύουμε πως όλα θα γίνουν καλύτερα. Οι λίγες μέρες που μένουν για να κυλίσει και να τελειώσει ημερολογιακά η χρονιά, μας φαίνονται μεγαλύτερης διάρκειας απ' ό,τι ανάλογο χρονικό διάστημα στη μέση του χρόνου. Νομίζουμε πως το όριο των τελευταίων ημερών του Δεκεμβρίου και των πρώτων του Ιανουαρίου, σηματοδοτεί το τέλος μιας κακοδαιμονίας που ζήσαμε και την αρχή μιας ευδαιμονίας που ελπίζουμε να έχουμε στο παρόν και στο μέλλον.

    Οι γρήγοροι ρυθμοί που αναγκαζόμαστε να υιοθετήσουμε το τελευταίο δεκαπενθήμερο του Δεκεμβρίου, μας βγάζουν απ' τη συνηθισμένη ρουτίνα και μας αναγκάζουν να «τρέχουμε», προσπαθώντας να ικανοποιήσουμε περιττές στην ουσία ανάγκες. Ίσως επειδή οι γιορτινές μέρες τα δύο τελευταία χρόνια, έχουν γίνει πολύ πιο θλιβερές, εξ αιτίας της πανδημίας. Αυτό έχει σαν συνέπεια να μη μας επιτρέπεται να γιορτάσουμε με συνάθροιση όλης της οικογένειας και κυρίως ν' αγκαλιάσουμε τ' αγαπημένα μας πρόσωπα.

    Οι περιοριστικοί όροι που μας έχουν επιβληθεί, χωρίζουν την κοινωνία σ' αυτούς που το θεωρούν αναγκαίο κακό και σ' αυτούς που νομίζουν πως περιορίζεται κακώς η ελευθερία κι ο αυθορμητισμός που είναι απαραίτητος τέτοιες ημέρες. Το σίγουρο είναι, πως είμαστε αιχμάλωτοι σε μια κατάσταση, στην οποία δεν μπορούμε ή και ίσως δεν θέλουμε ν' αντιδράσουμε. Η μιζέρια και η κατήφεια, έχουν γίνει αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητας. Μιας καθημερινότητας, που τίποτα καλό δεν σηματοδοτεί, τόσο για το παρόν, όσο και για το κοντινό μέλλον. Αυτό και μόνο σαν γεγονός, μ' έκανε να μη δέχομαι και να μην ελπίζω σε καμία εορταστική ατμόσφαιρα των ημερών.

    Το μυαλό μου μοιραία γύρισε λίγα χρόνια πριν, στην τελευταία μέρα μιας χρονιάς. Οι ετοιμασίες για το εορτασμό της ημέρας είχαν ξεκινήσει πολλές μέρες πριν. Δεν θα επικεντρωθώ στα φαγητά και στα γλυκά, ούτε στα δώρα που ήδη τα είχαμε βάλει κάτω απ' το στολισμένο χριστουγεννιάτικο δέντρο, κυρίως για να τιμήσουμε ένα έθιμο, που θα έδινε ιδιαίτερη χαρά στα δύο εγγόνια μου, τον Χρήστο και την Ηλέκτρα.

    Πολλές μέρες πριν, είχαμε αποφασίσει να μαζευτούμε στο σπίτι μας στη Βέροια, η οικογένεια της κόρης μου, ο γιός μου και η μητέρα μου, για να γιορτάσουμε οικογενειακά την Πρωτοχρονιά. Τα δίδυμα ήταν μες στην καλή χαρά, ίσως για τη γιορταστική ατμόσφαιρα που κυριαρχούσε παντού, μέσα κι έξω απ' το σπίτι. Από την πρώτη μέρα κιόλας, είχαν εντυπωσιαστεί με το φωτεινό άστρο που στόλιζε το το μπαλκόνι, δίπλα απ' τον άγιο Βασίλη που προσπαθούσε με μια ανεμόσκαλα να μπει σε μια καμινάδα.

    Εντυπωσιασμένος με την εικόνα ο Χρήστος, ρώτησε αν με αυτόν τον τρόπο, έμπαινε στα σπίτια, ο αγαπημένος Άγιος των παιδιών. Πριν προλάβω ν' απαντήσω, η Ηλέκτρα του θύμισε μια ανάλογη Χριστουγεννιάτικη ταινία, που είχαν δει και του επιβεβαίωσε πως αυτός ήταν ο παραδοσιακός τρόπος εισόδου του Αγίου. Η χαρά τους ήταν ολοφάνερη, ίσως και γιατί ομάδες παιδιών κτυπούσαν το κουδούνι του σπιτιού και τραγουδούσαν τα κάλαντα.

    Λίγες ώρες πριν τα είχα πάρει και τα είχα πάει σε σπίτια συγγενών και φίλων, όπου έψαλαν κι αυτά τα κάλαντα. Έτσι, γεμάτα έξαψη σε κάθε κουδούνισμα, έτρεχαν ν' ανοίξουν την πόρτα, αφ' ενός για ν' ακούσουν τα παιδιά να τραγουδούν και αφ' ετέρου για να τους δώσουν τα κέρματα που είχαμε στην άκρη για αυτόν τον σκοπό. Συχνά πυκνά πλησίαζαν το στολισμένο δένδρο και κοίταζαν με περιέργεια τα τυλιγμένα δώρα, προσπαθώντας να καταλάβουν ποιο θα ήταν το δικό τους. Ο Χρήστος επανειλημμένα με διάφορες ερωτήσεις, προσπαθούσε να πάρει κάποιες πληροφορίες γι αυτό το θέμα. Η Ηλέκτρα φερόταν με περισσότερη αυτοσυγκράτηση μα, ενώ κοίταζε τα κουτιά με τα δώρα, τα μάτια της γυάλιζαν. Αντιμετώπιζε το γεγονος με μια σοβαρότητα που ξεπερνούσε την ηλικία της κι απλά χαμογελούσε, χωρίς όμως να κρύβει τελείως μια προσμονή και μια περιέργεια που φαινόταν αμυδρά ακόμη κι όταν χαμογελούσε. Ο Χρήστος αεικίνητος δεν άφηνε κανένα σε ησυχία και με μια απίστευτη επιμονή, προσπαθούσε να εκμαιεύσει κάθε πιθανή κι απίθανη πληροφορία, για το είδος του δώρου που του αναλογούσε.

    Φυσικά εγώ σε κάθε ερώτησή του, απαντούσα πως αυτό ήταν ένα θέμα που το γνώριζε μόνο ο Αι-Βασίλης. Αυτό όμως δεν τον κάλυψε κι άρχισε να ρωτάει επίμονα για το πώς θα έρθει ο Άγιος των παιδιών, αν θα ήταν ντυμένος στα κόκκινα, όπως τον έβλεπε στις διάφορες φωτογραφίες και κυρίως αν θα μπορούσε να τον δει και να του μιλήσει. Οι ερωτήσεις έβγαιναν σαν χείμαρρος απ' το στόμα του και με πολύ δυσκολία προλάβαινα ν' απαντήσω. Στο παιγνίδι των ερωταποκρίσεων μπήκε φυσικά και η Ηλέκτρα, που δεχόταν τις απαντήσεις με αρκετά μεγαλύτερη δυσπιστία σε σχέση με τον αδελφό της. Παρ’ όλα αυτά όμως κάτι περίμενε να μάθει κι αυτή και ας μη το ομολογούσε.

    «Δεν μου λες παππού», ρώτησε ανήσυχος ο Χρήστος, «η καμινάδα μας είναι αρκετά μεγάλη για να χωρέσει ο άγιος Βασίλης;» Με αρκετή προσπάθεια έκρυψα το χαμόγελο που τελείως αυθόρμητα έβγαινε και του απάντησα πως αν συναντήσει τέτοιες δυσκολίες θα κτυπήσει το κουδούνι της πόρτας. Αυτή η εξήγηση τον καθησύχασε και το βλέμμα του πηγαινοερχόταν απ' το τζάκι στην πόρτα.

    Με τη συνεργασία του γιου μου, του Στέφανου, συμφωνήσαμε με τον φίλο του τον Γιώργο και τον ντύσαμε «Άγιο Βασίλη» με μια κόκκινη στολή και λευκή γενειάδα που έγκαιρα είχαμε προμηθευτεί. Κάναμε και κάποιες πρόβες μ' ένα υποτυπώδες σενάριο για το πώς θα εμφανιζόταν και τι περίπου θα έλεγε. Κανονίσαμε με λεπτομέρειες την ώρα που θα εμφανιζόταν και μετά, εγώ κι ο γιός μου, καθίσαμε στο σαλόνι και το «παίζαμε» αδιάφοροι κι αθώοι.

    Κουβεντιάζαμε με τα δίδυμα, όταν κτύπησε συνθηματικά το κουδούνι κι έκανα νόημα στον Χρήστο ν' ανοίξει. Αυτός με γρήγορα βήματα άνοιξε την πόρτα και έμεινε με το στόμα ανοιχτό, ανίκανος να πει οτιδήποτε. Με ένα «χο, χο, χο» μπήκε μέσα ο Γιώργος και τότε ένιωσα την Ηλέκτρα να μου σφίγγει το μπράτσο, ενώ ο Χρήστος μ' ένα πήδημα χώθηκε, σαν να ζητούσε προστασία, ανάμεσα σε μένα και την Ηλέκτρα.

    «Γειά σας παιδάκια! Ήσασταν φρόνιμοι και υπάκουοι τη χρονιά που μας πέρασε;», ρώτησε βάσει σεναρίου ο Γιώργος. Ενώ η Ηλέκτρα ένευσε καταφατικά, ο Χρήστος έκανε δυο τρία βήματα προς το μέρος του «Αγίου» και του είπε με μια προπέτεια που μας ξάφνιασε όλους: « Άγιε Βασίλη, στον Δημήτρη τον συμμαθητή μου να μη δώσεις κανένα δώρο, γιατί ήταν πολύ άταχτο παιδί!» Άρχισε τότε ν' απαριθμεί τις αταξίες του Δημήτρη, αποφεύγοντας εντέχνως να πει κάτι για τον εαυτό του και προσπαθώντας να ξεπεράσει τον σκόπελο που ίσως (σίγουρα λέω εγώ) θα τον ανάγκαζε να πει λίγα ψεματάκια, γιατί βέβαια μόνο ήσυχο παιδί δεν ήταν.



    Αφού τους μοιράστηκαν τα δώρα, ευτυχισμένα τα δίδυμα με τον Spiderman και την Barbie, αδιαφόρησαν για λίγες στιγμές για όλους και για όλα. Τότε ο Γιώργος, παραβιάζοντας κάθε συνεννόηση του σεναρίου που είχαμε εκπονήσει, ρώτησε τον Χρήστο. «Δεν μου λες Χρήστο τι ομάδα είσαι;» «ΠΑΟΚ», του απάντησε μονολεκτικά. «Μπράβο Χρήστο κι εγώ ΠΑΟΚ είμαι». Ο εγγονός μου τότε γεμάτος έξαψη πετάχτηκε κι είπε στον πατέρα του: «Είδες μπαμπά και ο Άγιος Βασίλης ΠΑΟΚ είναι».

    Φυσικά τα λόγια του πνίγηκαν απ' τα γέλια όλων μας. Τα δίδυμα ευτυχισμένα πήγαν στο κρεβάτι για να κοιμηθούν, χωρίς όμως να τα καταφέρουν. Τους ακούγαμε να συζητούν και ν' ανταλλάσουν απόψεις για τη συνάντησή τους με τον αγαπημένο Άγιο των παιδιών. Ήταν μια εποχή αθωότητας για τα δύο παιδιά, ξένοιαστη κι εμείς οι μεγάλοι ήμασταν σε θέση να πραγματοποιήσουμε έστω και στοιχειωδώς τις φαντασιώσεις τους.

    Η φετινή χρονιά δεν μπορεί να συγκριθεί μ' αυτή που περιέγραψα! Φέτος το μόνο που θα ζήσουμε είναι η μοναξιά, ο φόβος και η καχυποψία! Φέτος το μόνο που ζήσαμε είναι η μοναξιά. Όμως ελπίζουμε πως όλα θα ξαναγίνουν όπως πριν κι ίσως ακόμα καλύτερα, γιατί θα έχουμε γίνει πιο σοφοί στο μυαλό και στην καρδιά.

No comments:

Post a Comment