Tuesday 23 August 2022

Καταιγίδα

 Γράμμα της Ανατολής Μελίδου από τη Θεσσαλονίκη





    Ο κεραυνός που έπεσε πολύ κοντά του, τον έκανε να τιναχτεί από την θέση του. Καιρός είναι τώρα να αρχίσεις να φοβάσαι μαλάκα, μονολόγησε και έσφιξε το τιμόνι του αυτοκινήτου ακόμη πιο δυνατά.

    Κοίταξε προς τα πάνω.

    Σκοτάδι μαύρο και η βροχή να λυσσομανά.

    Ξεφύσηξε. Άλλος ένας κεραυνός ακούστηκε. Κι οι αστραπές ασταμάτητες.

    Έκλεισε τα μάτια κι ακούμπησε το κεφάλι επάνω στο τιμόνι. Το ήξερε πως αυτή η ιστορία δεν θα του βγει σε καλό. Να όμως που δεν μπορούσε να συγκρατήσει τον εαυτό του. Το μόνο που ήθελε ήταν να είναι δίπλα της.

    Η παιδική του αγάπη. Και την είχε συναντήσει τυχαία σε ένα μπαρ της συμφοράς. Πρώην ταξίαρχος, πρόσφατα συνταξιοδοτηθείς, έλεγε σε όσους τον ρωτούσαν. Με εξαίρετη σταδιοδρομία.

    Βέβαια χρειάστηκε να απαρνηθεί τα νεανικά του όνειρα. Κάποιες αδιόρατες ιδέες περί ελευθερίας. Μα ήταν νέος τότε. Επηρεαζόταν από τις παρέες του. Κι από την αγάπη του την πρώτη. Και μοναδική.

    Στο στρατό φιλίες δεν υπάρχουν, συμφέροντα μόνο. Και ισορροπίες. Και τις κράτησε τις ισορροπίες, χρόνια τώρα. Πώς αλλιώς θα ανέβαινε τα σκαλιά της ιεραρχίας. Μόνο που στην διαδρομή έχασε τον εαυτό του. Τον ξεγελούσε με τις δεξιώσεις, τις συναντήσεις τις περισπούδαστες, τα άστρα, την εξουσία.

    Και ήταν μια χαρά μέσα σ’ όλα αυτά. Δεν το αρνείται. Μέχρι που τυχαία συνάντησε εκείνη. Την πρώτη του αγάπη. Εκείνη που μαζί θα αλλάζανε τον κόσμο. Και κάνανε όνειρα.

    Είχε μείνει ίδια. Με την ίδια ορμή έπεσε στην αγκαλιά του όταν τον είδε. Αμέσως μετά όμως αποτραβήχτηκε. Το είδε αυτός. Το αισθάνθηκε περισσότερο. Μιλήσανε για την ζωή τους, για τα καθημερινά.

    Μόνη της, ακόμη πάλευε. Για έναν καλύτερο κόσμο, του είπε. Θυμάσαι;

    Εκείνη την στιγμή δεν θυμόταν τίποτα. Έβλεπε μόνο το μικρό λακκάκι στο μάγουλο της. Και ήθελε να χαθεί μέσα της. Πως είναι δυνατόν, αναρωτιόταν. Που ήμουν τόσα χρόνια. Κι ας έλεγε την επανάσταση χούντα, δεν τον ένοιαζε.

    Μόνο το λακκάκι έβλεπε και την ζωή του, την παραδομένη, την υποταγμένη. Κάτι γινόταν μέσα του. Κάτι τραγικό και τρομακτικό συνάμα. Πιάστηκε από τον πάγκο του μπαρ να μην πέσει. Αυτή το πρόσεξε. Τον κοίταξε με τρυφερότητα. Του φάνηκε αμυδρά ότι τον άγγιξε στο μάγουλο.

    Δεν θυμάται τίποτε άλλο. Μόνο ότι μπήκε στο αυτοκίνητο και άρχισε τις άσκοπες βόλτες.

    Και η καταιγίδα μέσα του να λυσσομανά. Άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου. Βγήκε έξω. Βούλιαξε σε μια λακκούβα με λασπόνερα.

    Δεν έκανε καμία κίνηση.

    Ονειρεύτηκε μόνο, ότι βούλιαζε στο λακκάκι, εκείνο το μικρό, στο μάγουλο της.


No comments:

Post a Comment