Γράμμα του Γιώργου Τσιμπογιάννη από την Αθήνα
Εικόνες
και μορφές του χθες από τον τόπο που
γεννήθηκα και μεγάλωσα ξαναζωντάνεψαν,
χάρη στην ικανότητα του φίλου και
συμμαθητή Ανδρέα Μαρολαχάκη, να εξιστορεί
και να περιγράφει γεγονότα με τόση
γλαφυρότητα και παραστατικότητα, που
εμένα προσωπικά δεν με εξέπληξε. ΄Ηδη
είχα διαπιστώσει αυτό του το ταλέντο,
από τη συγγραφή και παρουσίαση ενός
θεατρικού έργου, στο Γυμνάσιο Καστελλίου
που είχε εντυπωσιάσει και συγκινήσει,
καθώς και από το πρώτο του βιβλίο
«Ιστορίες από το Κακοσούλι».
Με
μετέφερε πίσω στη μαθητική μας ζωή, σ΄
ένα κόσμο αγάπης, φιλίας, αγνότητας,
αλληλεγγύης και ξεγνοιασιάς, σ'
ένα κόσμο που ασήμαντα ή και σημαντικά
που ζήσαμε, αποτέλεσαν ένα μοναδικό
χθες που σήμερα νοσταλγικά αναπολούμε.
Ξαναζωντάνεψαν
εικόνες, μορφές του χθες που ήταν
μισοσβησμένες και αποθηκευμένες στο
βάθος του μυαλού μου. Εικόνες και ήχοι
από συμμαθητές και καθηγητές ήρθαν στο
μυαλό μου και με προκαλούν να τις αναφέρω:
-
Η καθημερινή έπαρση της σημαίας και η
πρωινή προσευχή. (Αχ να κρυφτώ πίσω από
τους συμμαθητές μου για να μη με φωνάξει
ο διευθυντής να την πω).
-
Το ποινολόγιο που καθημερινά διαβαζόταν
απ’ την εξέδρα και ξεμπρόστιαζε μέχρι
διασυρμού κάθε «παραβατική συμπεριφορά»
μαθητών. (Ευτυχώς τη γλυτώσαμε και
σήμερα.)
-
Ο επιστάτης, ο κυρ Μιχάλης «με την
κουδούνα του» (ντιν, ντιν-νταν, ντιν-νταν,
ντιν-νταν) που άλλοτε ηχούσε λυτρωτικά
στ΄ αυτιά μας και άλλοτε μας καλούσε σ’
ένα δύσκολο καθήκον.
Ο Γιώργος Τσιμπογιάννης
-
Οι αγαπημένοι μας μικροπωλητές, Σπύρος
Κ. και Σήφης Ρ., τακτικοί και αγαπημένοι
μας τροφοδότες. Δύσκολοι καιροί και το
χαρτζιλίκι – αν υπήρχε – πολύ περιορισμένο.
-
Κάπνιζες; Τρεις μέρες αποβολή. - Όχι
κύριε Γυμνασιάρχα. - Για να μυρίσω τα
χέρια σου. Πέντε μέρες αποβολή.
-
Οι δικαιολογίες του συμμαθητή μας,
Δημητρού Κ., ο οποίος είχε «πεθάνει»
τουλάχιστον δέκα φορές τον παππού του
και γι αυτό δεν μπόρεσε να διαβάσει.
-
Το μέτρημα και η καταγραφή σε πεντάδες,
όπως στο βόλεϊ, του αριθμού των «λοιπόν»
που ειπώθηκαν σε μια διδακτική ώρα από
διοπτροφόρο καθηγητή.
-
Η παρουσίαση της φιλολόγου καθηγήτριας
Δ.Δ. «όλα ήτα». – Ποιόν έχετε τώρα; - Την
Δ. όλα ήτα.
-
Οι κωμωδίες που συνέγραφε σε ώρα
μαθήματος ευτραφής καθηγητής μας (που
είχα την τύχη να τον έχω και συνάδελφο
όταν πρωτοδιορίστηκα), οι οποίες ήταν
τόσο σπαρταριστές, που κρατούσαμε την
κοιλιά μας απ’ τα γέλια, όταν τις
παρουσίαζε.
-
Προβλήματα όπως: «Εξηγήσατε το φαινόμενο:
αεροπλάνο εκτελεί ανακύκλωση με
επιτάχυνση 3g» ή «Πλοίο
βυθίζεται εν μέσω ωκεανού. Θα εξακολουθήσει
βυθιζόμενο έως τον πυθμένα ή θα παραμείνει
εις τι μέγα βάθος;»
Ο συγγραφέας Ανδρέας Μαρολαχάκης και το βιβλίο "Ιστορίες από την Κίσσαμο"
-
Εκφράσεις σε άπταιστη καθαρεύουσα
όπως: «Θα σε εκτοξεύσω ωσεί πύραυλον εκ
του παραθύρου και θα προσγειωθείς
ανωμάλως επί της αυλής».
-
Ο σωματώδης φυσικός με τα τεράστια χέρια
και δάκτυλα, που συνήθιζε να βγάζει τη
μισή τάξη στον πίνακα και στο μάθημα
(αχ να με προσπεράσει στον κατάλογο) και
στο τέλος της εξέτασης ακολουθούσε η
“ατομική αξιολόγηση”. –Διάβασες; Δεν
διάβασες. Φλαπ το χαστούκι. Κι αν
αμφισβητούσες την κρίση του ερχόταν
και δεύτερο φλαπ.
-
Η εκδρομή της Δ΄ Γυμνασίου και το κλείδωμά
μας στα δωμάτια του ξενοδοχείου “Olympic”
στο Ηράκλειο. Ξεκλείδωμα απ’ τον
προηγούμενο καθηγητή. - Γιατί δεν
κοιμάστε; Φλαπ-φλαπ και ξανακλείδωμα
της πόρτας.
-
Η προετοιμασία για την αναμενόμενη
άφιξη του επιθεωρητή και η ανάθεση
ρόλων. Το στήσιμο ερωτήσεων κι απαντήσεων,
ώστε να φανεί ότι η τάξη “πετάει”. –
Θα κάνω αυτήν την ερώτηση, θα σηκώσετε
όλοι τα χέρια κι εγώ θα ρωτήσω τον Μανώλη,
που θα απαντήσει έτσι. Έλα όμως που το
κατάλαβε ο επιθεωρητής και στράβωσε το
πράγμα, όταν άρχισε αυτός να επιλέγει
ποιος θα απαντήσει.
-
Η προσμονή για εγκεκριμένη κινηματογραφική
ταινία, γιατί απαγορεύονταν τα θεάματα
(όπως και η κυκλοφορία μετά τις 8 το
βράδυ). Η μάχη της Κρήτης, Οι γενναίοι
του Βορρά.
-
Τελευταίο θ’ αναφέρω το παράρτημα του
Γυμνασίου, στα υπόγεια του κτηρίου
Σαββάκη Ε., όπου μακριά από “αδιάκριτα”
μάτια είχαν συμβεί πολλά κι ευτράπελα
γεγονότα. Ας περιγράψω ένα: Επειδή
υπήρχαν πολλές μύγες, ο καθηγητής όρισε
πέντε μαθητές ως μυγοχάφτες, οι οποίοι
περιφερόμενοι τα θρανία και τους μαθητές
έριχναν σφαλιάρες όπου μπορούσαν. Επειδή
έγινε κομφούζιο, έστειλε και του αγόρασαν
σχετικό σπρέι με το οποίο ψέκασε μέσα
στην τάξη, παρόντων των μαθητών και με
κλειστά παράθυρα. Όπου φύγει φύγει, έξω
όλοι.
Κάποια απ΄
αυτά τα ενθυμήματα μας κάνουν να
δακρύζουμε, όπως η απώλεια αγαπημένων
συμμαθητών και η περασμένη μας νιότη,
αλλά με τα περισσότερα να χαιρόμαστε,
γιατί προλάβαμε να ζήσουμε την εφηβεία
μας με πολύ χρόνο αφιερωμένο κυρίως σε
μας και τις παρέες μας κι όχι στα
φροντιστήρια και την εικονική
πραγματικότητα, όπως καλά γνωρίζω ότι
συμβαίνει σήμερα.
Τα διηγήματα του Ανδρέα Μαρολαχάκη, έχουν μέχρι σήμερα δημοσιευτεί σκόρπια με τεράστια επιτυχία στον τοπικό τύπο της Κισσάμου καθώς και επανειλημμένα στο διαδίκτυο.
Ζωγραφίζουν τα ήθη, τα έθιμα, τις παραδόσεις, τα γλέντια, τις εκδηλώσεις και τις συμπεριφορές μαθητών, καθηγητών γονέων και όχι μόνο, των αρχών της δεκαετίας του 1970. Τα θέματά του άπτονται της καθημερινότητας και εντυπωσιάζουν οι λεπτομέρειες που παραθέτει. Επιπλέον τα κείμενά του συνοδεύονται από πλούσιο φωτογραφικό υλικό.
Συμπερασματικά, ζωγραφίζει εικόνες και συμπεριφορές μιας περασμένης εποχής που ο άνθρωπος ζούσε πιο κοντά στη φύση και προσάρμοσε τις αντιδράσεις του σύμφωνα με το αυταρχικό κλίμα της εποχής, εν τούτοις διαπιστώνουμε ότι τα προβλήματα των εφήβων είναι διαχρονικά.
Σημείωση: Η παραπάνω ιστορία, περιλαμβάνεται ως πρόλογος, στο βιβλίο του Ανδρέα Μαρολαχάκη "Ιστορίες από την Κίσσαμο" που κυκλοφόρησε πρόσφατα σε ιδιωτική έκδοση.
No comments:
Post a Comment