Γράμμα του Παντελή Γουλάρα από το Δουβλίνο
Χαζεύω το λιμάνι. Ούτε μπαίνει, ούτε βγαίνει πλεούμενο
Είναι
τυχερός πραγματικά κάποιος που ζει στο
Dun Laoghaire (διαβάζεται
Νταν Λίρι ή Ντον Λέρι ανάλογα με την
προφορά αυτουνού που το λέει). Ένα μικρό
γραφικό προάστειο του Δουβλίνου με
περίπου εικοσιπέντε χιλιάδες κατοίκους,
συμπεριλαμβανομένων και των κοντινών
μικρότερων προαστείων, πρώην χωριών
της επαρχίας του Δουβλίνου. Παλιότερα
γράφονταν ως Dun Laoire ή
και Dunleary. Κάτι
παραπάνω από 100 χρόνια πριν, ονομάζονταν
Kingstown.
Το
Dun Laoghaire είναι
νότιο και παραθαλάσιο, μ' ένα μεγάλο
λιμάνι, που παλιότερα χρησιμοποιούνταν
ως το κύριο λιμάνι του Δουβλίνου, μέχρι
την εκβάθυνση και διαπλάτυνση του κυρίως
λιμανιού της πόλης. Από δω έφευγαν κι
εδώ έρχονταν, τα επιβατικά πλοία, για
και από, το Holy Head της
Αγγλίας. Σήμερα είναι το κυριότερο
λιμάνι σκαφών αναψυχής της Ιρλανδίας
αλλά η μόνη του σταθερή επιβατική γραμμή,
είναι ένα μικρό καραβάκι που σε πηγαίνει
απέναντι στη χερσόνησο του Howth.
Η
μεγάλη σε μήκος παραλία του, είναι
ιδανική για περπάτημα, τρέξιμο ή ποδήλατο.
Πολύς κόσμος συνηθίζει να το κάνει όλες
τις ώρες της ημέρας. Για μένα, η διαδρομή
από το κέντρο του Dun
Laoghaire, έως την Ανατολική
προβλήτα του λιμανιού κι από κει μέχρι
το λιμανάκι του Sandycove, τα
μπάνια του Forty Foot και
τον πύργο-μουσείο
του Τζέιμς Τζόις είναι ο καθημερινός
μου περίπατος. Μια απόσταση δυόμιση
περίπου χιλιομέτρων και άλλων τόσων
στην επιστροφή. Καμιά φορά όταν αισθάνομαι
πιο ξεκούραστος μπορεί να συνεχίσω
μέχρι το κοντινό χωριό του Dalkey,
αυξάνοντας έτσι τη συνολική
απόσταση στα 7 με 8 χιλιόμετρα.
Βγαίνοντας στον κεντρικό δρόμο, δεν γίνεται να μην παρατηρήσω, ότι είναι σχεδόν έρημος
Στα 3 χρόνια περίπου
που μένω σ' αυτή την περιοχή οι συνθήκες
για την πρωινή πορεία ήταν ιδανικές.
Από το Μάρτη και μετά, με την υποχρεωτική
παραμονή στο σπίτι, λόγω της πανδημίας,
οι συνθήκες άλλαξαν δραματικά.
Το πρωινό ξύπνημα πια
γίνεται με την υπόκρουση των κραυγών
των γλάρων. Η απουσία ή η παρουσία
ελάχιστων ανθρώπων στους κεντρικούς
δρόμους, έφερε τους γλάρους μέχρι το
κέντρο της πόλης.
Μάσκα, γάντια, αντισηπτικό
και είμαι έτοιμος. Βγαίνοντας στον
κεντρικό δρόμο, δεν γίνεται να μην
παρατηρήσω, ότι είναι σχεδόν έρημος.
Ελάχιστοι άνθρωποι κυκλοφορούν. Σχεδόν
όλοι τους με μάσκες στο πρόσωπο.
Πλησιάζοντας να διασταυρωθούν μαζί
μου, απομακρύνονται στην άλλη πλευρά
του πεζοδρομίου ή και αλλάζουν πεζοδρόμιο.
Στο κεντρικότερο σταυροδρόμι της πόλης
το Dun Laoghaire θυμίζει έρημη
πόλη. Κάπως έτσι θα γίνονταν φαντάζομαι
οι πόλεις αν έπεφτε εκείνη η πολυσυζητημένη
βόμβα νετρονίου.
Ελάχιστοι άνθρωποι κυκλοφορούν
Σ' αυτό το ίδιο
σταυροδρόμι, η ματιά μου πέφτει πάνω
στα παρτέρια με τα όμορφα λουλούδια. Τι
κρίμα όμως... δεν μυρίζουν καθόλου. Όχι,
δεν έχασα την όσφρησή μου λόγω Covid-19.
Ευτυχώς μέχρι τώρα ο ιός με αποφεύγει.
Αλλά δυστυχώς σχεδόν όλα τα πολύ όμορφα
λουλούδια, που βρίσκονται στα δημόσια
παρτέρια και πάρκα της πόλης, δεν μυρίζουν
καθόλου. Η σύγκριση με την Ελλάδα την
άνοιξη και το καλοκαίρι, συντριπτική.
Καιρός όμως να ξεκινήσω
τη μέρα μου με καφέ. Για την ακρίβεια το
περπάτημά μου με καφέ. Γιατί η μέρα
ξεκίνησε πρώτα μ' έναν υπέροχο μέτριο
ελληνικό καφέ, στο σπίτι, μ' εκείνο το
θεσπέσιο άρωμά του που όμοιό του δεν
υπάρχει πουθενά στον κόσμο. Ο δεύτερος
λοιπόν καφές προέρχεται από ένα μικρό
καφέ, σε μια γωνιά του κεντρικού δρόμου
της πόλης. Ευτυχώς παρ' όλο που τα
τραπεζάκια του έχουν αποσυρθεί λόγω
των μέτρων πρόληψης της πανδημίας, έχει
την άδεια να πουλάει καφέ στο χέρι. Ένας
καπουτσίνο με κανέλλα είναι η προτίμηση
της ημέρας. Οι εργαζόμενοι πίσω από τον
πάγκο, ιδιαίτερα προσεκτικοί, με γάντια
και μάσκες. Στην είσοδο του μαγαζιού,
αντισηπτικό για τα χέρια των πελατών,
υποχρεωτικά. Δεν επιτρέπονται πάνω από
δύο πελάτες την ίδια στιγμή μέσα στο
μαγαζί. Από έξω αυτοκόλητα στο πεζοδρόμιο,
δείχνουν πού θα σταθούν για να περιμένουν
οι πελάτες στην ουρά. Πάντα σε απόσταση
δύο μέτρων ο ένας από τον άλλο.
Η ματιά μου πέφτει πάνω στα παρτέρια με τα όμορφα λουλούδια
Παίρνω τον καφέ μου,
ανασαίνοντας το άρωμά του και κατευθύνομαι,
μέσα από τους έρημους δρόμους προς το
λιμάνι. Εκεί σ' ένα παγκάκι θα καθήσω
για να πιω τον καφέ μου, μόνος, απορροφημένος
στις σκέψεις μου. Λίγες γουλιές και η
γεύση του καφέ γεμίζει τον ουρανίσκο
μου. Η θέρμη του λειτουργεί χαλαρωτικά.
Πραγματικά πρωτόγνωρες καταστάσεις,
δύσκολο να τις διαχειριστεί κανείς.
Χαζεύω το λιμάνι. Ούτε μπαίνει, ούτε
βγαίνει πλεούμενο. Ένα ναυαγοσωστικό
είναι αραγμένο μπροστά μου. Λίγο πιο
πέρα ένα ρυμουλκό. Τα ιστιοφόρα είναι
όλα αποτραβηγμένα στις ειδικές θέσεις
των Ναυταθλητικών Συλλόγων. Φουσκωτά
και λοιπά εξωλέμβια, δεμένα στις
αποβάθρες.
Η μέρα είναι συννεφιασμένη.
Κάπως περισσότεροι άνθρωποι έχουν
αρχίσει να περνούν από μπροστά μου
κατευθυνόμενοι προς τον πρωινό τους
περίπατο, που προφανώς είναι ο ίδιος με
τον δικό μου. Ο καφές τελείωσε, καιρός
να συνεχίσω την πορεία.
Κατευθύνομαι μέσα από τους έρημους δρόμους προς το λιμάνι
Προσπερνώντας την
Ανατολική Προβλήτα του λιμανιού,
πλησιάζω, στην παραλία του Scotsman's
Bay και του Newtownsmith. Η
εικόνα δεν είναι διαφορετική από τις
προηγούμενες εποχές, πριν την πανδημία.
Η θάλασσα κοντά στην ακτή λόγω της
πλημμυρίδας, εξακολουθεί να έχει την
ίδια μυρωδιά του ιωδίου. Στις κορυφές
των βράχων οι σταχτοτσικνιάδες,
περισσότεροι από κάθε φορά, εξακολουθούν
να στέκουν ακίνητοι περιμένοντας το
θήραμά τους. Γλάροι, περιστέρια,
καλιακούδες και κάθε άλλου είδους
πουλιά, μικρά και μεγάλα, περιφέρονται
αναζητώντας την τροφή τους. Η μεγάλη
αριθμητική αύξησή τους, οφείλεται
προφανέστατα, στην απουσία ανθρώπων
αλλά κυρίως στην απουσία πλωτών.
Μέσα στην πρωινή
ομίχλη, φαίνονται στο βάθος, στον κόλπο
του Δουβλίνου, έξω από το λιμάνι του,
μερικά μεγάλα πλοία που είτε ξεφόρτωσαν
είτε περιμένουν να ξεφορτώσουν το φορτίο
τους. Ακόμα πιο πέρα αχνοφαίνεται το
περίγραμμα της χερσονήσου του Howth.
Λίγο έξω από το λιμανάκι του Sandycove.
Στο κέντρο της φωτογραφίας φαίνεται ελάχιστα το κεφάλι της φώκιας
Η έκπληξη
έρχεται μπροστά στα πόδια μου. Λίγα
μέτρα από μένα, μέσα στο νερό, δυο-τρία
μαύρα κεφαλάκια ξεπροβάλλουν ξαφνικά.
Δείχνουν σαν δυο-τρία πανέξυπνα μουτράκια,
να με κοιτάζουν ελάχιστα και βιαστικά
να βουτούν πάλι μέσα στο νερό. Φώκιες!
Παίζουν, μπαινοβγαίνουν στο νερό, βγάζουν
μικρές κραυγές, σαν τις χαρούμενες
κραυγές μικρού παιδιού. Κι ύστερα
απομακρύνονται ξαφνικά από την ακτή.
Κι εκεί συναντούν άλλες πολλές. Προσπάθησα
να τις μετρήσω. Ήταν περισσότερες από
δέκα, σ' όλο το μήκος της ακτής, απ' το
Scotsman's Bay μέχρι το λιμανάκι
του Sandycove. Είχα ακούσει
παλιότερα ότι υπάρχουν φώκιες στο λιμάνι
του Dun Laoghaire. Μάλιστα
κάποιες έβγαιναν και λιάζονταν στη
Δυτική Προβλήτα. Αλλά για την πλευρά
που βρισκόμουν τώρα δεν είχα ξανακούσει.
Άλλο ένα αποτέλεσμα της απουσίας ανθρώπων
και πλεούμενων, λόγω των περιοριστικών
μέτρων. Πάντως ο αιφνιδιασμός μου ήταν
απόλυτος. Ούτε καν πρόλαβα να τραβήξω
μία φωτογραφία. Όταν το σκέφτηκα, οι
φώκιες βρίσκονταν πολύ μακριά. Έστω κι
έτσι όμως κάτι κατάφερα να βγάλω.
Ανάλαφρα συνέχισα
προς το λιμανάκι του Sandycove
και το Forty Foot. Εκεί που
όλο το χρόνο, Χειμώνα-Καλοκαίρι, είναι
γεμάτο από κολυμβητές, σήμερα ελάχιστοι
υπάρχουν. Στις κολώνες ανακοινώσεις
για τους κολυμβητές, να απομακρύνονται
αμέσως μετά την έξοδό τους απ' το νερό.
Ο πύργος-μουσείο του Τζέιμς Τζόις
κλειστός για κάποιο αόριστο χρονικό
διάστημα.
Η επιστροφή από την
ίδια διαδρομή. Οι λίγοι περιπατητές,
δρομείς ή ποδηλάτες, προσεκτικοί, με
τις μάσκες τους και κρατώντας τις
αποστάσεις. Άλλος ένας πρωινός περίπατος
τελείωσε, αφήνοντας μια περίεργη αίσθηση
μοναξιάς. Δεν ξέρω πόσος χρόνος θα
χρειαστεί για να επανέλθουν τα πράγματα
στην κανονική τους ροή. Ελπίζω σύντομα.
Σημείωση: Οι συνθήκες
που περιγράφονται παραπάνω υπήρχαν από
τα μέσα Απριλίου μέχρι τα μέσα Μαΐου.
Αργότερα βελτιώθηκαν τα πράγματα, Από
τον Ιούνιο με την άνοδο της θερμοκρασίας,
έχει αρχίσει πολύς κόσμος να συρρέει
στην παραλία του Sandycove.
Σημείωση
2: Ο τίτλος παραπέμπει σε έναν άλλο
παρόμοιο πρωινό περίπατο, κάτω από πολύ
διαφορετικές συνθήκες που δημοσιεύτηκε
στο “Στείλε μου Γράμμα...” στις 30/10/2017.
No comments:
Post a Comment