Tuesday, 29 November 2016

Γράμμα από τη Βέροια. Αποχαιρετώντας την πόλη (Βουτιά στην παιδικη ηλικία).

Του Παντελή Γουλάρα

Πώς αποχαιρετάς μια πόλη; Το κυριότερο, πώς αποχαιρετάς την πόλη όπου πέρασες τα παιδικά σου χρόνια, μεγάλωσες και έζησες τα περισσότερα χρόνια της ζωής σου; Τώρα που έρχεται η ώρα του αποχωρισμού, θέλοντας και μη επισκέπτεσαι σχεδόν όλη την πόλη, σταματάς σε σημεία που ήταν σημαντικά σε κάποιες περιόδους, αναπολείς. Πάνω απ' όλα αναπολείς. Έρχονται στο μυαλό στιγμές και γεγονότα που σε καθόρισαν, αναμνήσεις γλυκές ή όχι και τόσο γλυκές.
Έτσι λοιπόν, αποχαιρετώντας την Βέροια προκειμένου να κάνω το επόμενο μεγάλο βήμα στη ζωή μου, αποφάσισα να ξεκινήσω από τη γειτονιά που μεγάλωσα, εκεί όπου βρίσκεται ακόμα το πατρικό σπίτι, κάνοντας ταυτόχρονα και μια βουτιά στην παιδική μου ηλικία.


Η γειτονιά που μεγάλωσα είναι γνωστή ως Κυριώτισσα, από το όνομα της ενοριακής εκκλησίας της. Στους τουριστικούς οδηγούς αναγράφεται ως η χριστιανική συνοικία της πόλης. Οι παλιότεροι Βεροιώτες αλλά και οι κάτοικοί της, την γνωρίζουν και με το όνομα Κακοσούλι. Ίσως να πήρε το όνομα αυτό από τους κάποτε κακοτράχαλους και πάντοτε στενούς δρόμους της. Ίσως γιατί πολλοί κάτοικοι της γειτονιάς ήταν αρβανίτικης καταγωγής που όπως έλεγαν, εγκαταστάθηκαν εκεί μετά την καταστροφή του Σουλίου και αφού πρώτα είχαν ζήσει αρκετές δεκαετίες σε ορεινό χωριό του Βερμίου, που σήμερα δεν υπάρχει. Το γεγονός είναι πάντως ότι μεταξύ μας αποκαλούμασταν Κακοσουλιώτες.
Πόσες και πόσες αναμνήσεις. Να, η εξώπορτα του σπιτιού, που στο κατώφλι της άραζα πολλές φορές πιτσιρικάς, περιμένοντας να έρθει η τσακαλοπαρέα για παιχνίδι. Να, ο τοίχος του απέναντι σπιτιού. Θα νόμιζε κανείς ότι θα τον είχα γκρεμίσει με τις τόσες φορές που κλωτσούσα τη μπάλα εναντίον του. Να, η εκκλησία της γειτονιάς η Γοργή, που στο προαύλιό της στήναμε πιτσιρικάδες το παιχνίδι. Κρυφτό, κυνηγητό, παιχνίδια με μπάλες και όλα τ' άλλα. Να και ο δρόμος όπου γινόταν το κανονικό ποδοσφαιρικό παιχνίδι, συνήθως μονότερμα. Πόσο στενός μου φαίνεται τώρα, τότε όμως μας χωρούσε μια χαρά, όσοι κι αν ήμασταν.

Ας ακολουθήσουμε όμως την πορεία των αναμνήσεων μέσα από το φωτογραφικό φακό:

Η εκκλησία του Αγίου Σάββα Κυριωτίσσης ή απλώς Κυριώτισσα, έδωσε το όνομά της στη γειτονιά μου.

Το πατρικό σπίτι. Στο ισόγειο στην αριστερή πλευρά βρίσκονταν το μπακάλικο του πατέρα μου. Κανονικός βοηθός του εγώ εκείνα τα χρόνια. Άπειρες φορές κάθησα στο πόδι του στο μαγαζί ή έτρεχα για παραγγελίες και αγορές. Φαίνεται βανδαλισμένο από επιγραφές όπου ο καθένας γράφει τον καημό του ή τις αθλητικές προτιμήσεις του χωρίς να λογαριάζει την καταστροφή που προκαλεί. Στη Βέροια ειδικά, βανδαλισμοί τέτοιου είδους είναι πολύ συχνοί. Συμβαίνουν ιδιαίτερα είτε σε σπίτια φτωχών ανθρώπων που δυσκολεύονται να αποκαταστήσουν τις βλάβες, είτε σε δημόσια περιουσία (δημόσια κτίρια, πινακίδες τροχαίας) που η αποκατάστασή τους πληρώνεται από την τσέπη όλων μας. Είναι σημάδι του πολιτισμικού επιπέδου μας και δεν έχει καμιά σχέση με την ελευθερία της έκφρασης ή την καλλιτεχνική δημιουργία. Και είναι το ίδιο όχι μόνο για την Βέροια αλλά για όλες σχεδόν τις πόλεις της Ελλάδας.


 Η εκκλησία της Παναγίας Γοργοϋπηκόου ή Γοργοεπηκόου ή απλά Γοργή. Στα χρόνια εκείνα δεν υπήρχε φράχτης. Όλο το προαύλιο ήταν χώρος παιχνιδιού. Τα τοιχάκια στο υπόστεγο έπαιζαν το ρόλο του αλόγου όταν όλη η παρέα αποφάσιζε να παίξει το Μικρό Σερίφη. Για όσους δεν γνωρίζουν ή δεν θυμούνται, ο Μικρός Σερίφης και η παρέα του ήταν οι ήρωες που τις περιπέτειές τους, ένας ευφάνταστος συγγραφέας κυκλοφορούσε σε μορφή εβδομαδιαίου περιοδικού.
Η κατηφόρα της Γοργής. Ο κατηφορικός δρόμος της γειτονιάς. Ξεκινούσε περίπου 20 μέτρα πιο πάνω από το σημείο της φωτογραφίας και κατέληγε στη γειτονιά των Λαδομύλων. Το χειμώνα όταν ο δρόμος σκεπάζονταν από χιόνια (πολυ συχνά εκείνα τα χρόνια) ήταν ο χώρος των χειμερινών σπορ. Κάναμε κούρσες (γλύστρες τις λέγαμε) με αυτοσχέδια έλκηθρα. Το φαινόμενο των τραυματισμών, ευτυχώς ελαφρών, ήταν πολύ συχνό. Λαδόμυλοι ήταν η περιοχή όπου τα παλιότερα χρόνια βρίσκονταν οι μύλοι που έβγαζαν σουσαμόλαδο (λάδι από σουσάμι). Αποτελούσαν σοβαρό κομμάτι της Βεροιώτικης οικονομίας στα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας αλλά και μετά την απελευθέρωση. Δυστυχώς σήμερα δεν υπάρχουν πια.

Η ποδοσφαιρική αλάνα. Στην αρχή ήταν αρκετά μεγαλύτερη (τριπλάσια) και περιλάμβανε και το γειτονικό οικόπεδο που ο φράχτης του φαίνεται αριστερά. Όταν όμως ο ιδιοκτήτης του οικοπέδου αποφάσισε να το φράξει, ο χώρος περιορίστηκε. Παρ' όλ' αυτά εμείς επιμέναμε να στήνουμε τους αγώνες μας στο ίδιο σημείο, αν και με λίγο περπάτημα θα μπορούσαμε να βρεθούμε σε μεγαλύτερη αλάνα, ίσως γιατί είχαμε την μικρή ελπίδα ότι κάποια στιγμή θα έπεφτε ο φράχτης που αρχικά ήταν φτιαγμένος με συρματόπλεγμα.

(Συνεχίζεται)

No comments:

Post a Comment