Thursday 27 September 2018

Γράμμα από την Κύπρο. Που ζωγραφεί θαρρείς ακόμη


Του Βασίλη Χαραλάμπους



Τέσσερα Ποιήματα

Που ζωγραφεί θαρρείς ακόμη
___________

Ίσαμε
που θυμώμαστε καμιά φορά
το φτωχό εκείνο Θεόφιλο
που ζωγραφεί θαρρείς ακόμη
στης Λέσβου τα στενά δρομάκια
που στα τόσα της καλτερίμια
καημοί ξαποσταίνουν.
Κάπως
έτσι και μεις
ολόϊδια σαν και κείνους
που με το πρώτο φεγγαρίσιο φως
της μέρας λησμονούν το φέγγος.

Monday 24 September 2018

Γράμμα από την Κύπρο. Κάπως έτσι


Του Βασίλη Χαραλάμπους




Τέσσερα Ποιήματα

Κάπως έτσι
_______

Ο ήλιος
σιωπηλός και πάλι
σκιαγραφεί
τους διαβάτες
στο ξέφωτο .
Παρέκει
τα δένδρα
ανέμελα καρπίζουν
αφημένα
στο μόνο πράγμα
που είναι μαθεμένα να φτιάχνουν
κι΄ολοτρίγυρα
το φεγγάρι παραμονεύει
λαφροπατώντας
και κείνο
τάχα τον ήλιο ν΄αντιγράψει
για τους διαβάτες
που θα ξωμείνουν να νυχτοπορούν.
Κάπως έτσι
και στη δικιά μας βιοτή
ένα φεγγάρι
πάντα παραμομεύει
στη νυχτιά ν΄αντιγράψει
το διάβα του ήλιου.

Thursday 20 September 2018

Γράμμα από την Κοζάνη. Το μαχαίρι


Του Παύλου Μαρκόπουλου



(Το μαχαίρι της ιστορίας)

     Όταν ο πατέρας μου αφού επέστρεψε από το στρατό, έπρεπε οι γονείς του να τον αρραβωνιάσουν. Έτσι ο προξενητής, ανέλαβε να κάνει το προξενιό. Πήγε τα σημάδια* στο μαντίλι και ζήτησε το κορίτσι, από τους γονείς του.

Monday 17 September 2018

Γράμμα από την Κύπρο. Μήπως δεν μας γνωρίσεις Πενταδάκτυλέ μου


Του Βασίλη Χαραλάμπους




(Τέσσερα ποιήματα)


Μήπως δεν μας γνωρίσεις Πενταδάκτυλέ μου
_______________________


Δεν είναι φτιαγμένος
ο γέρο-Πενταδάκτυλος
από χώμα και βράχια
είναι το ίδιο φτιαγμένος
όπως η Επτάλοφος και τ΄ Αϊβαλί.

Thursday 13 September 2018

Γράμμα από το Αγρίνιο. Δεκαπενταύγουστος 1935


Του Γιώργου Παληγεώργου



(Το χάραγμα πάνω από την πόρτα στο Αρχονταρίκι)

     Τόχανε συνηθίσει όλοι τους. Όλοι τους ήξεραν, πως μόλις έμπει ο Αύγουστος, ο Νίκος* θα σελώσει τη φοράδα και θα φύγει, για την Παναγία, στο Λιγοβίτσι[1]. Τα τελευταία χρόνια, ο Νίκος - πολλά καλλικέλαδος - τόχε ρίξει στην ψαλτική. Μετά που τέλεψε το σκολαρχείο, σπάνια έχανε λειτουργία. Τ’ άρεζε η ψαλτική, τ’ άρεζε νάναι και με κόσμο. Είν’ απαραίτητο νάχουμε αξίες και μ’ αυτές να πορευόμαστε στη ζωή και στον αγώνα μας, έλεε στο μικρό του αδερφό, κάθε τόσο. Αυτό τόχε ακούσει απ’ το σκολάρχη, τόχε χωνέψει κι ο ίδιος.

Sunday 9 September 2018

Γράμμα από την Κύπρο. Ιστορίες της νιότης ...από τη Βέροια. Το πάρτι.


Του Αναστάσιου Μπαλτζίδη



(Οι Beatles - απο την ιστοσελίδα thebeatles.com)

     Το καλοκαίρι του 1972, δευτέρα γυμνασίου, σε πλήρη εφηβεία, με τις ορμόνες να κτυπάνε μπιέλα, αποφάσισα να κάνω ένα πάρτι. Ήταν τα Σκαθάρια (1) που με ενέπνευσαν, ήταν οι φίλοι μου που το επιθυμούσαν τόσο, ήταν που το θεωρούσαν απαγορευμένο και αμαρτωλό, σύμφωνα με το κατηχητικό και το μάθημα των θρησκευτικών, δεν το γνώριζα, ούτε και με πολυενδιέφερε. Ξεκίνησα ανακοινώνοντας το στους γονείς μου, που το δέχτηκαν σχετικά ήπια. Φυσικά δεν τους εξήγησα και πολλά-πολλά, για το τι σκόπευα να κάνω.

Thursday 6 September 2018

Γράμμα από την Κύπρο. Ιστορίες της νιότης ...από τη Βέροια. Πρωτομαγιά


Του Αναστάσιου Μπαλτζίδη



     Ξύπνησα πολύ πρωί, για να ετοιμαστώ για την πρωτομαγιάτικη εξόρμηση. Ήταν μια από τις πιο όμορφες στιγμές του χρόνου. Ο πατέρας από το πρωί, έζεψε την Κούλα στο κάρο. Εκείνη, λες και το κατάλαβε ότι θα πηγαίναμε στο χωράφι, όλοι μαζί, κουνούσε καμαρωτή την χαίτη και την ουρά της. Κούλα ήταν το όνομα της φοράδας μας, που αποτελούσε βασικό στοιχείο της οικογένειας. Αυτή πηγαινόφερνε τον κυρ-Αλέκο στα χωράφια, αυτή τραβούσε το φορτίο των φρούτων, για το εργοστάσιο συσκευασίας ή τα ψυγεία. Αυτή ήταν η ιπποδύναμη, του αγροτικού κόσμου του κυρ-Αλέκου, το 1972!

Monday 3 September 2018

Γράμμα από την Κύπρο. Ιστορίες της νιότης ...από τη Βέροια. Η Κυριακή


Του Αναστάσιου Μπαλτζίδη




     Κυριακή πρωί και η λειτουργία, στην ενοριακή εκκλησία του Αποστόλου Πέτρου και Παύλου ή Μητρόπολη, έχει τελειώσει. Τα παιδιά έχουν πάρει το αντίδωρο, φιλώντας το χέρι του παπα-Γιάννη. Δυο ώρες στο ψαλτήρι, με το «Κύριε Ελέησον» και το «Παράσχου Κύριε», το στομάχι άρχισε να διαμαρτύρεται. «Τον άρτον ημών τον επιούσιον», μοίραζε ο παπα-Γιάννης, όπως έλεγε και το «Πάτερ Ημών»!