Wednesday, 12 July 2017

Γράμμα από τη Θεσσαλονίκη. Άρωμα ροδάκινου


Της Ανατολής Μελίδου


(Συνέχεια της ιστορίας "ο Λεωνίδας και οι 304")

     Εβδομήντα μπάνια... εβδομήντα ολόκληρα μπάνια... το πιο ωραίο μου καλοκαίρι... κάθε μέρα νωρίς το απόγευμα ξεκινούσαμε... πότε με το λεωφορείο, πότε με το αυτοκίνητο του Κώστα του γείτονα, που μας υπεραγαπούσε... Κάθε μέρα η ίδια ιεροτελεστία... ήμουν εκστατικά ευτυχισμένη... η μεγαλύτερη ευτυχία στον κόσμο... να βουτάω στην θάλασσα και να αφήνομαι... δεν ήθελα τίποτα άλλο... όλος ο κόσμος μου εκείνο το καλοκαίρι ήταν η θάλασσα... Η αγωνία μου μήπως και δεν προλάβω να δω τα νεράκια να μαλώνουν... κάθε μεσημέρι γύρω στις 3 περίπου τα νερά άλλαζαν κατεύθυνση... περίμενα πώς και πώς να δω την αλλαγή στην φορά κίνησής τους... σαν να μαλώναν μεταξύ τους... μικρά κυματάκια δημιουργούνταν για μερικά λεπτά... μία μικρή μάχη... και μετά ησυχία... το αντίθετο ρεύμα είχε νικήσει... Μέχρι την επόμενη φορά... μερικές φορές ένοιωθα ότι θα σκάσω από ευτυχία... ήταν όταν μέναμε στην θάλασσα μέχρι αργά και ξανάβλεπα την μικρή μάχη...

     Και όλα αυτά στον Ωρωπό... Γιατί τελικά στο Μαρκόπουλο Ωρωπού φτάσαμε... εκεί εγκατασταθήκαμε... εκεί βρέθηκε η δουλειά για τον μπαμπά μου... Επιστάτης σε ανθρακωρυχείο... δύσκολη δουλειά... και επικίνδυνη... Ωστόσο δεν υπήρχε άλλη εναλλακτική... Έπρεπε να δουλέψει... 150 μέτρα βάθος και με υποδομές σχεδόν ανύπαρκτες... Μέσα στην γη... στο μαύρο σκοτάδι... Ο πιο δύσκολος χειμώνας... Και το πιο όμορφο καλοκαίρι... Και η απόφασή μου να γίνω ευτυχισμένη... Ο,τι και να γινόταν, ό,τι και αν μου τύχαινε έπρεπε να γίνω ευτυχισμένη... και έπρεπε να παλέψω γι'αυτό... Στο σχολείο ήμουν το πιο κοινωνικό παιδί... Εννοείται πρώτη σε όλα... Και δεν θα δημιουργούσα ποτέ προβλήματα στο σπίτι... ήδη οι δικοί μου είχαν ένα σωρό στο κεφάλι τους... Ο,τι μου παρουσιαζόταν έπρεπε να το λύνω μόνη μου... Και όχι, δεν είχα κανένα πρόβλημα με τα άλλα παιδιά...Το μόνο μου πρόβλημα, το μεγάλο μου πρόβλημα ήταν ο δάσκαλος...



(Στο τέλος εκείνου του καλοκαιριού)

     "Καλώς την" μου είπε την πρώτη μέρα... "από που μας έρχεσαι παιδάκι μου; από την Βουλγαρία;" "Από την Μακεδονία" απάντησα... "Δηλαδή από την Βουλγαρία" συνέχισε... Αυτό συνεχίστηκε για όλη την χρονιά... Προσπαθούσα να απαντώ σε όλες τις προσβολές του... εννοείται ότι δεν άκουγε τις απαντήσεις μου... Ο μόνος τρόπος για να του απαντώ και να το ακούει, ήταν να είμαι πρώτη σε όλα... Έτσι σκεφτόμουν με το παιδικό μου μυαλό... Έγινα λοιπόν πρώτη σε όλα... Αν με άκουσε δεν το ξέρω... Ξέρω μόνο την πάλη που γινόταν μέσα μου, κάθε φορά που με πρόσβαλε... Και το πόσο περήφανη αισθανόμουν κάθε φορά, που παρόλο που ήρθα από την Βουλγαρία και ήμουν και Τουρκόσπορος (άραγε πως συμβάδιζαν αυτά;) να είμαι εγώ αυτή που απαντούσε στις πιο δύσκολες ερωτήσεις του και επίσης να είμαι πάντα εγώ αυτή που έλυνε τις πιο περίπλοκες ασκήσεις στην Αριθμητική, που κάναμε τότε...

     Χαμογελάω τώρα που το σκέφτομαι... και αναρωτιέμαι τελικά... τι μας κάνει καλό, τι κακό... τι είναι αυτό που διαμορφώνει τον χαρακτήρα μας... την ηθική μέσα μας... τι είναι αυτό που μας κάνει δυνατούς... πώς δημιουργούνται όλα αυτά... ποιες συγκυρίες καλές ή κακές μας κάνουν αυτό που είμαστε... πώς γίνεται εντέλει και μέσα σε μία χρονιά να άλλαξα τόσο... σαν να μεγάλωσα ξαφνικά... μέσα μου εννοώ... και σαν να έμαθα να ξεχωρίζω ποια είναι τα σημαντικά και ποια όχι... Και αποφάσισα πως μόνο στα όμορφα θα επικεντρώνομαι... και μόνο γι'αυτά θα αξίζει να παλεύω... και αυτό ακολούθησα... Το πιο όμορφο καλοκαίρι... Και το πιο περίεργο...

     Μέναμε σ'ένα σπίτι στο κέντρο του χωριού... εξωτερική σκάλα και μία μεγάλη ξύλινη πόρτα... Αυτό όμως που το έκανε διαφορετικό, ήταν το πίσω μέρος του... Βγαίνοντας από την πίσω πόρτα της κουζίνας, ανέβαινες μερικά σκαλοπάτια και έβγαινες σε μία τεράστια ταράτσα με υπέροχη θέα... στο πίσω μέρος του χωριού και στα βουναλάκια που υπήρχαν απέναντι... Το πιο όμορφο όμως μυστικό ήταν αυτό που κρυβόταν μετά την ταράτσα... Κατέβαινες άλλη μία σκάλα και βρισκόσουν ως εκ θαύματος σε μία αυλή καταπράσινη, κλεισμένη γύρω γύρω με έναν πανύψηλο τοίχο... Όπως είχε χρόνια να την περιποιηθεί κάποιος ήταν γεμάτη με λουλούδια που άντεξαν και με άγρια χόρτα ανακατεμένα... Αυτός ήταν ο μικρός μου παράδεισος... εκεί κατέβαινα κάθε μέρα, εκεί χανόμουν έστω για λίγο... και στην άκρη της αυλής μία μικρή ροδακινιά... μόνη της... και πάλευε να ζήσει μέσα στην μικρή ζούγκλα...

     Την άνοιξη έβγαλε μερικά λουλούδια... και μετά... αχ αυτό το μετά... κατάφερε να κρατήσει ένα άνθος... έγινε ένας μικρός καρπός... Τον έβλεπα κάθε μέρα να μεγαλώνει... σιγά σιγά να σχηματίζεται ένα μικρό ροδακινάκι... Θυμάμαι ακόμη το χρώμα του, το πώς μεταμορφωνόταν... θυμάμαι την μυρωδιά του, την λίγο τραχιά αίσθηση που άφηνε στα δάχτυλά μου, όταν λίγο και με προσοχή το άγγιζα... Δεν το έκοψα ποτέ... Σε δύσκολες στιγμές, η μυρωδιά του έρχεται και με συντροφεύει...

     Μετά από πολλά χρόνια ξαναπέρασα από το χωριό... Μεγάλη πια... Φυσικά ήθελα να πάω στο σπίτι... στην ταράτσα... στην αυλή... Τι ειρωνεία!... το σπίτι το είχε νοικιάσει η Αστυνομία... Ήταν πια το Αστυνομικό Τμήμα της περιοχής... Να κλάψω ή να γελάσω... δεν ήξερα... Αποφάσισα το δεύτερο... Μπήκα στο Τμήμα... Εξήγησα... Ήθελα να δω το πίσω μέρος... Απαγορευόταν... Περίμενα τον Διοικητή... Ξαναεξήγησα... Μπερδεύτηκε... “Να έρθει κάποιος μαζί σας”, κατέληξε στο τέλος... “Δεν γίνεται” του απάντησα... “Πρέπει να είμαι μόνη μου”... Επέμενα... Υποχώρησε... “Καλά, αλλά σύντομα παρακαλώ”... Τον διαβεβαίωσα πως δεν θα αργήσω... Το σπίτι το είχα ήδη δει... πήγα στην ταράτσα... πιο μικρή από όσο την θυμόμουν... με την ίδια όμως θέα... κατέβηκα τα σκαλιά... η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά... άραγε θα ήταν εκεί μετά τόσα χρόνια; Και ναι, η ροδακινιά μου ήταν εκεί... γέρικη πια αλλά εκεί... ανάσανα... αυτό εξάλλου ήταν το μόνο που ήθελα να δω... Πήγα κοντά της και την άγγιξα... και για μια ατέλειωτη στιγμή ξανάγινα το μικρό κοριτσάκι που έτρεχε με αγωνία να δει τον μοναδικό καρπό της να μεγαλώνει... Επανήλθα... πήρα ένα φύλλο για ανάμνηση... το έχω ακόμη...

-------------------------------

     Από το Μαρκόπουλο φύγαμε ενάμιση χρόνο αργότερα... Ένα ατύχημα στο εργοτάξιο, ευτυχώς χωρίς θύματα, ήταν αυτό που μας ώθησε να ξαναπάρουμε την μεγάλη απόφαση... Ξαναγυρίζουμε πίσω... Και ξαναγυρίσαμε... και συνεχίσαμε τον αγώνα μας, ο καθένας από το μετερίζι του...

No comments:

Post a Comment