Του Παντελή Γουλάρα
Όταν ήμασταν
πιτσιρικάδες τα πράγματα ήταν απλά.
Ακολουθούσαμε τους γονείς μας, όπου
έβγαιναν αυτοί, και στέκια μας ήταν τα
δικά τους στέκια. Καφενεία, ταβέρνες,
ζαχαροπλαστεία, νυχτερινά κέντρα και
κινηματογράφοι, ήταν κατά περίπτωση τα
στέκια εκείνης της εποχής.
Ακολουθώντας
τον πατέρα μου, “σύχναζα” κι εγώ στο
καφενείο του “Σιάχα” που βρίσκονταν
στην οδό Κεντρικής, στην πλατεία που
δημιουργείται μπροστά από το κατάστημα
“Πεταλούδα” στην είσοδο του στενού
απέναντι από το κατάστημα “Τζιαμπούρα”.
Εκεί συνήθως απολάμβανα είτε την
πορτοκαλάδα μου είτε το υποβρύχιο που
συνήθως με κερνούσε ο καταστηματάρχης
επειδή διάβαζα φωναχτά την εφημερίδα.
Αυτό συνήθως γίνονταν τα πρωινά της
Κυριακής. Άλλες φορές, όταν άρχιζε να
καλοκαιριάζει, το στέκι άλλαζε. Το
καλοκαιρινό στέκι ήταν το καφενείο
“Πλάτανος” κάτω από το μπάσκετ της
Ελιάς, δίπλα στα Λύκεια, που το είχε ο
γείτονας μας ο Μουστάκας. Αργότερα το
μαγαζί αυτό έγινε ταβέρνα, με το ίδιο
όνομα από τον γιο του και καλό μου φίλο
Γιώργο, ενώ σήμερα, το λειτουργεί η τρίτη
γενιά, τα εγγόνια του αρχικού ιδιοκτήτη,
οι γιοι του Γιώργου.
Τα μεσημέρια
της Κυριακής το σκηνικό άλλαζε. Όχι κάθε
Κυριακή βέβαια, αλλά τόσο όσο να μου
μείνει έντονα στη μνήμη. Στην Αντωνίου
Καμάρα, κολλητά με το ζαχαροπλαστείο
Σερεμέτα, ήταν η ταβέρνα του Σφήκα. Δεν
είχε εξωτερική είσοδο. Ήταν στο ισόγειο
της πολυκατοικίας, στο βάθος του
διαδρόμου. Τα καλοκαίρια είχε και
τραπέζια στην πίσω πλευρά της πολυκατοικίας
όπου βρίσκονταν ένας όμορφος κήπος.
Ειδικά στα χρόνια '64 και '65, θυμάμαι πολύ
έντονες πολιτικές συζητήσεις του πατέρα
μου με τους φίλους του, την ώρα που εγώ,
μη έχοντας να κάνω τίποτα, γιατί δεν
μπορούσα να συμμετέχω στις συζητήσεις,
χωρίς να με πάρουν είδηση έπινα ρετσίνα.
Αργότερα ο Σφήκας, μετέφερε την ταβέρνα
του στην παράγκα που υπήρχε, εκεί που
σήμερα είναι το ΚΕΠ, που ήταν Δημοτική
ιδιοκτησία. Και πολύ αργότερα ανέλαβε
το εστιατόριο της Ελιάς.
(Το ζαχαροπλαστείο Σερεμέτα, στην ίδια θέση πάντα, όπως και τότε. Δίπλα του στο στενό αριστερά, ήταν η ταβέρνα του Σφήκα)
(Το εστιατόριο της Ελιάς όπως είναι σήμερα)
Μια άλλη ταβέρνα
που ήταν στέκι των γονέων μου, ήταν το
“Σκρετ”, ιδιαίτερα το καλοκαίρι. Είχε
πιο οικογενειακή ατμόσφαιρα, πολλές
φορές είχε και ζωντανή μουσική και τα
τραπέζια ήταν διάσπαρτα στα τρία ή
τέσσερα διαφορετικά επίπεδα του μαγαζιού
και ανάμεσα στα δέντρα.
Τα βραδινά της
Κυριακής, όταν δεν προβλέπονταν ταβέρνα,
υπήρχε συνήθως το ζαχαροπλαστείο. Αυτό
που εγώ προτιμούσα και στην ουσία
παράσερνα και τον πατέρα μου εκεί ήταν
το ζαχαροπλαστείο “Κρίνος” στην οδό
Μητροπόλεως. Νομίζω ακόμα υπάρχει. Είχα
ιδιαίτερη αδυναμία στα γλυκά του, τις
πάστες του, τους κορμούς και τις πυραμίδες
του. Ειδικά το τελευταίο γλυκό ήταν αυτό
που ζητούσα περισσότερο. Εναλλακτικά
υπήρχαν και αρκετά άλλα ζαχαροπλαστεία,
τα οποία επισκεπτόμασταν κατά καιρούς.
Του Σερεμέτα, γωνία Αντωνίου Καμάρα και
Τρύφωνος, εκεί ακριβώς που είναι και
σήμερα, που το προτιμούσα για τις
σοκολατίνες και για τις αμυγδάλου του,
ο “Ηρακλής”, στην πλατεία Πλατάνων,
που είχε καταπληκτική πουτίγκα, ο Πράπας
λίγο πιο κάτω στην Κεντρικής, όπου
πήγαινα για το προφιτερόλ ή για το
μιλφέιγ, το “Λίντο” στην οδό Μητροπόλεως,
των αδελφών Κούσιου, ευεργετών της
πόλης, που είχε επίσης πολύ καλή πουτίγκα
και ωραίες φλογέρες, και άλλα. Το “Λίντο”
επίσης εξακολουθεί να υπάρχει. Κάποιες
φορές, ειδικά τα καλοκαίρια, ανηφορίζαμε
προς το Πασά Κιόσκι, όπου μέσα στη δροσιά
του κήπου του, απολαμβάναμε το αναψυκτικό
μας. Να μην παραλείψω και την “Μπαρμπούτα”
μια όαση δροσιάς για τις πολύ ζεστές
μέρες του καλοκαιριού.
(Εικόνες της "Μπαρμπούτας" όπως είναι σήμερα)
Στις μεγάλες
γιορτές όπως, Χριστούγεννα ή Αποκριές
(ιδιαίτερα τις αποκριές) υπήρχαν τα
νυχτερινά κέντρα. Αυτό που θυμάμαι
ιδιαίτερα ήταν η ¨Αρζεντίνα”. Βρίσκονταν
στο υπόγειο, κάτω από το σημερινό
“Goody's”. Εκείνα
τα χρόνια είχαν αρχίσει να εμφανίζονται
τα συγκροτήματα της ποπ μουσικής. Καμία
πόλη δεν μπορούσε να είναι αξιοπρεπής
μουσικά, αν δεν είχε δυο-τρία τέτοια
συγκροτήματα. Βέβαια κάποιοι
δυσανασχετούσαν. Τους αποκαλούσαν χίπις
ή μαλλιάδες κι άλλα τέτοια. Η Ιστορία
πάντως έδειξε ότι από κείνα τα μουσικά
σχήματα ξεπήδησαν αξιόλογοι μουσικοί
και τραγουδιστές που έκαναν πολύ
σημαντική καριέρα. Κάποια χρονιά, στις
Αποκριές, η “Αρζεντίνα”
είχε φέρει ένα τέτοιο μουσικό συγκρότημα,
με το όνομα “Κόμητες” ή “Κομήτες”.
Ποτέ δεν έμαθα ποιο ήταν το σωστό γιατί
το έγραφαν πάντα με κεφαλαία γράμματα.
Για τα παιδικά μου μάτια, εκείνη η Αποκριά
ήταν απίθανη. Μουσική και γλέντι μέχρι
πρωίας. Μπαλόνια, σερπαντίνες, κομφετί,
τα πάντα ήταν μια μεγάλη γιορτή. Το
υπόγειο της “Αρζεντίνας” στα γυμνασιακά
μου χρόνια μετατράπηκε σε σφαιριστήριο.
Τα
σφαιριστήρια ήταν μια άλλη υπόθεση στη
Βέροια. Πιτσιρικάδες εμείς, ούτε
πηγαίναμε, ούτε μπορούσαμε να πάμε.
Πήγαιναν οι μεγαλύτεροι από μας. Υπήρχε
μία παράγκα, στη γωνία, διαγώνια από το
σημερινό Δημαρχείο, απέναντι από τον
τότε ΟΤΕ, σημερινό Η&Μ. Σ' αυτήν την
παράγκα, στεγάζονταν το σφαιριστήριο
του Κυριάκου, έτσι τον ξέραμε. Οι φήμες
έλεγαν, ότι εκεί κυκλοφορούσαν παράνομοι,
ναρκωτικά και άλλα τέτοια. Δεν ξέρω αν
ήταν αλήθεια, ή απλώς τα λέγαν οι
μεγαλύτεροι για να μας φοβερίζουν και
να μην πηγαίνουμε.
Η
πρώτη εικόνα που έχω από κινηματογράφο
στη Βέροια είναι από την Ελιά. Πρέπει
να ήμουν πολύ μικρός, γιατί το μόνο που
θυμάμαι από κει, ήταν “ένας γάτος που
έκανε νιαααααρ”. Ήταν σε κινούμενα
σχέδια. Άλλο τίποτα δεν θυμάμαι, ούτε
έχω δει ποτέ κάποιο κτήριο κινηματογράφου
εκεί. Υπήρξε όμως, είναι σίγουρο. Στα
παιδικά χρόνια, πηγαίναμε με τους γονείς
για να δούμε κυρίως τις ελληνικές
κωμωδίες. Οι πρώτοι κινηματογράφοι που
θυμάμαι, ήταν φυσικά το “Σταρ”, στην
Μητροπόλεως, ο μόνος κινηματογράφος
που απέμεινε σήμερα στη Βέροια, οι
θερινοί “Φάρος”, στην οδό Μητροπόλεως
επίσης (που αργότερα έγινε “Παλλάς”
από τους αδελφούς Δουλγέρογλου) και
“Ρεξ” στα σημερινά ΚΤΕΛ. Πιο κάτω στην
Μεγάλου Αλεξάνδρου ήταν το “Πάνθεον”
όπου είδα για πρώτη φορά το δίδυμο
Τσίτσιο – Φράνκο, των Ιταλών κωμικών
που ήταν πολύ της μόδας τότε. Και πάνω
στο Ρολόι ήταν το “Ζάππειον”. Αργότερα
άνοιξαν, το “Ολύμπιον” στην Κεντρικής
και το “Καπρίνη” στην Τρύφωνος.
(Ο κινηματογράφος "Σταρ", ο μοναδικός που απέμεινε στη Βέροια)
Αργότερα
βέβαια, σαν αρχίσαμε να μεγαλώνουμε,
αρχίσαμε και να ξεπορτίζουμε. Αποκτήσαμε
τα δικά μας στέκια. Αλλά αυτά θα πρέπει
να τα δούμε ξεχωριστά.
No comments:
Post a Comment