Του Βασίλη Χαραλάμπους
Τέσσερα ποιήματα
Ίσαμε
ν' ανέβει
_______
Καθώς
ανηφορίζει
στις
απάνω γειτονιές
αραδιάζει
στις αυλές
με
τ΄ανθισμένα λούλουδα
τους
τόσους καημούς του.
Ίσαμε
ν΄ανέβει
στο
ξωκλήσι τ' Άη Λια
ετούτος
ο
άγνωρος διακονιάρης
για
λίγο ξέφωτο
στην
πολύπικρη βιοτή του.
Λίγες
δρασκελιές
ακόμα
και
θ' ανταμώσει
με
τους ήχους
του
παπά καλόγερου
αψηλά
στον Άη Λια.
Στο
δενδρί ξεχασμένο
_________
Γοργοπέρασμα
από
το μεγάλο δρυμό
κι'
άξαφνα
το
σύδενδρο
γιόμισε
με μύριες ηλιαχτίδες
στη
σκλάβα γη της Λαπηθέας
“κτίσμα
Λακώνων και Πραξάνδρου”
κατά
πως ξηγά ο Στράβων εκείνος.
Μονοπάτια
που
ξέρουν να πλαταίνουν παράξενα
με
τα τόσα τιτιβίσματα.
Καταντίκρυ
στον αιγιαλό
θαλασσομαχεί
ακόμη ο μαΐστρος.
Καταμεσής
στους
ανθισμένους ασπάλαθους
ξεπηδά
θαρρείς
τ'
Άη Ευλάλιου
η
βυζαντινή εκκλησιά.
Και
κάθε στερνή σκέψη
ταγάρι
στο δενδρί ξεχασμένο
πλουμίδι
αλλιώτικο
ίσαμε
κείνο
π'
αργινό φαντάζει.
Μετρημός
_____
Στην
πλατανιά
κι'
η κάθε σπιθαμή
το
μετρημό της έχει
από
τούτα
τα
ολόλευκα γεροντάκια
Ποτές
δεν θάχε επιστρέψει
____________
Στις
κάθε του κόσμου σειρήνες
προσταγή
μεγάλη να δώσουμε
στο
κατάρτι γερά να μας δέσουν
γιατί
συλλογιέμαι
πως
ο Οδυσσέας εκείνος
αν
ξεθάρρευε έστω και λίγο
στις
δυνάμεις τις δικές του
μοναχά
να πιστέψει
σίγουρος
για τούτο είμαι
στην
Ιθάκη που ποθούσε τόσο
ποτές
δεν θάχε επιστρέψει.
No comments:
Post a Comment