Monday 14 January 2019

Ταξίδι στο χρόνο. Γράμμα από τη Βέροια.


Του Γιάννη Καμπούρη




     Εισήγηση στην παρουσίαση του βιβλίου του Ανδρέα Μαρολαχάκη "Ιστορίες από το Κακοσούλι" την 26η Νοεμβρίου 2018, στο Σύλλογο Βλάχων Βέροιας.

     Στο ξεκίνημα της παρουσίασης του βιβλίου του Ανδρέα, θέλω να κάνω μια διευκρίνηση... Δεν είμαι φιλόλογος, αλλά μαθηματικός... οπότε καλό είναι να μην περιμένετε να προσεγγίσω τις "Ιστορίες από το Κακοσούλι" από τη μεριά ενός φιλολόγου.

     Αλλά δεν θα το κάνω, ούτε και με τον "ορθολογισμό" που συνήθως διακρίνει εμάς τους μαθηματικούς... Πολλές φορές μου λένε... α, είστε μαθηματικός, έτσι εξηγείται ο "τρόπος" σας... Λοιπόν ούτε το ένα, ούτε το άλλο!

     Οπότε τι ;

     Και εδώ είναι που ο Ανδρέας με το βιβλίο του, κατάφερε κάτι μοναδικό... Διαβάζοντας το, πήγα πολύ πίσω, εκεί στο ξεκίνημα της περιπέτειας της ζωής... εκεί όπου όλα είναι πιθανά... εκεί που η ζωή είναι ένα άγραφο χαρτί... εκεί που τίποτα δεν φάνταζε ακατόρθωτο... εκεί που μαθαίναμε τη ζωή, μέσα από τις παιδικές εμπειρίες, εμπειρίες που πλούτιζαν το μυαλό και την ψυχή μας.

     Θα σας μιλήσω λοιπόν, από τη μεριά ενός αναγνώστη, που αισθάνεται ότι τώρα ξεκινά την περιπέτεια της ζωής... εκεί στο ξεκίνημα της, όπου θέλει να τα ζήσει και να τα μάθει όλα... εκεί με παρέσυρε ο Ανδρέας και αυτό του το χρωστώ.

     Έτσι διάβασα και έζησα το βιβλίο και έτσι θα σας μιλήσω... από τη μεριά ενός παιδιού, που έζησε σε ένα διαφορετικό κόσμο, από αυτόν που σήμερα ζει… σε έναν κόσμο, που με αφορμή το βιβλίο του Ανδρέα, ξαναέζησα και για αυτό, αισθάνομαι ευγνωμοσύνη στο συγγραφέα.
________________________________________________________

     Δεν ξέρω αν φανεί εγωιστικό, αλλά διαβάζοντας το, κατάλαβα πόσο όμορφα παιδικά χρόνια ζήσαμε... Μη νομίζετε ότι εκείνη η εποχή είχε κάτι συγκλονιστικό, κάτι το ιδιαίτερο, κάτι που την έκανε να φαίνεται και να είναι μοναδική... Το αντίθετο... ήταν μια απλή, καθημερινή, αλλά αληθινή ζωή... και αυτό είναι που τελικά την έκανε μοναδική.

     Και εδώ είναι που αναρωτήθηκα και αναρωτιέμαι... τι ακριβώς θα θυμούνται τα παιδιά μας, από τη δική τους παιδική ζωή; Ελπίζω και εύχομαι μετά από χρόνια, όταν διηγούνται τα δικά τους παιδικά χρόνια, να χαίρονται τόσο όσο εμείς και γιατί όχι και πολύ περισσότερο.

     Με τον Ανδρέα ήμασταν συμμαθητές, όμως δεν ζούσαμε στην ίδια γειτονιά... ο Ανδρέας στο Κακοσούλι, εγώ στο Γεωργικό Συνοικισμό.

     Δυο διαφορετικές γειτονιές αλλά με τόσα κοινά... Έτσι μπορεί με τον Ανδρέα να ζούσαμε σε διαφορετικές γειτονιές και να συναντηθήκαμε μόνο στο σχολείο, αλλά τελικά οι μνήμες μας είναι παράλληλες... Αυτό το ένοιωσα διαβάζοντας τις μικρές ιστορίες του, που πήγαζαν από την ζωή στη γειτονιά, από τους ανθρώπους της και είδα ότι παράλληλες ήταν τελικά και οι δικές μου μνήμες.

     Η ζωή στην κάθε γειτονιά της πόλης, εκείνη την εποχή, είχε τη δική της ταυτότητα... όμως όλες οι γειτονιές είχαν κάτι κοινό... τα παιδιά ... ήταν εκείνα που της έδιναν ζωή, ρυθμό, κίνηση και κυρίως ελπίδα.

     Οι παρέες κυριαρχούσαν εκείνη την εποχή στην κάθε γειτονιά... Και στο Κακοσούλι η παρέα του Ανδρέα.

     Βέβαια, ο ίδιος δεν το κρύβει, ότι ήταν από τους "άτακτους" της παρέας και κατά συνέπεια γνώριμος των γιατρών αλλά και του νοσοκομείου... γιατί η παρέα ήθελε να γνωρίσει τη γειτονιά της, να εξερευνήσει την κάθε σπιθαμή της... Και η εξερεύνηση αυτή, όπως κάθε εξερεύνηση, εγκυμονεί κινδύνους.

     Η επιθυμία για εξερεύνηση προϋποθέτει "ανυπακοή", γνώρισμα του "άτακτου", που εγώ θα τον έλεγα πρώιμα ασυμβίβαστο... Από εκεί πηγάζει η δίψα για τη γνωριμία, με όλα όσα υπάρχουν και συμβαίνουν γύρω μας... Από την επιθυμία να γνωρίσουμε εμείς, οι ίδιοι, από πρώτο χέρι, όλα αυτά... Και αυτό το "χάρισμα" κίνητρο, χάρισε στον Ανδρέα το πολύτιμο υλικό, για να συνθέσει το βιβλίο του.

     Διαβάζοντας μάλιστα τις μικρές ιστορίες του Ανδρέα, δεν το κρύβω, ότι σε κάποιες στιγμές ζήλεψα... είναι λόγου χάρη που δεν τόλμησα να πάω να γνωρίσω στο Λιανοβρόχι όσο ήμουν μικρός... Και όταν πήγα για πρώτη φορά, δε μπορούσα να κάνω αυτό που ο Ανδρέας τόλμησε και τόσο πολύ το χάρηκε. Ήμουν σχετικά μεγάλος για να βουτήξω γυμνός!

     Πραγματικά ξαφνιάστηκα διαβάζοντας το βιβλίο... Τόσες εικόνες, τόσα πολλά γεγονότα και μνήμες, σε ένα τόσο μικρό χώρο... στη γειτονιά, με την παρέα... ένας ολόκληρος κόσμος... ο δικός μας κόσμος... κρίμα που όλα αυτά χάθηκαν και περιοριστήκαμε στα τετραγωνικά ενός διαμερίσματος!

     Αλλά και εδώ ο Ανδρέας, μας έδειξε ότι εξακολουθεί να είναι "άτακτος", να μη συμβιβάζεται με τη ζωή, που λίγο πολύ όλοι επιλέξαμε... Έτσι σήμερα ζει μακριά από την πόλη, αρνούμενος να περιοριστεί σε ένα διαμέρισμα... Ζει λοιπόν σε ένα ορεινό χωριό, όπου συνεχίζει να μαζεύει μοναδικές εικόνες και μνήμες.

     Το βιβλίο του Ανδρέα κατάκτησε μια μοναδική θέση στην καρδιά μου... διαβάζοντας το θυμήθηκα τόσα πολλά και δεν ξέρω αν μπορώ να σας μεταφέρω το ελάχιστο, από όσα ένιωσα διαβάζοντας το... Είμαι όμως βέβαιος ότι ακόμα και αν ο αναγνώστης του, δεν έχει παρόμοια βιώματα, δε μπορεί, κάτι θα βρει στις σελίδες του, κάτι που θα τον κάνει να αναπολήσει τη δική του "εποχή", τα δικά του παιδικά χρόνια... Αυτά που κουβαλάμε μέσα μας για πάντα, αυτά που σημάδεψαν όλη τη μετέπειτα ζωή μας.

     Η μνήμη είναι τελικά πολύ περίεργη... θάβει μέσα της εικόνες, γεγονότα και καταστάσεις και τα κρατά εκεί "φυλακισμένα" στο χρόνο, περιμένοντας κάτι ή κάποιον να έρθει να τα σκαλίσει, να τα βγάλει και πάλι στην επιφάνεια... Και ο Ανδρέας αυτό κατάφερε.

     Μέσα από τη διήγηση του, σκάλισε και τη δική μου μνήμη, μέσα από τις δικές του θύμισες, με βοήθησε να ζήσω και πάλι τις δικές μου, κάτι που ίσως να μην γινόταν ποτέ... Και αυτό του το χρωστώ!

     Είναι που παρασυρμένοι από τη χείμαρρο της καθημερινότητας, ξεχνάμε τις όμορφες και μοναδικές στιγμές που ζήσαμε... Και αυτές οι θύμισες, δεν είναι μια απλή αναπόληση κάποιων ευχάριστων στιγμών, που μας κάνουν να χαμογελάμε... Είναι βιώματα, που γιατί όχι, μπορούν να μας βοηθήσουν να δούμε και να εκτιμήσουμε τη ζωή, με έναν τρόπο που ξεχάσαμε, αλλά τον έχουμε ανάγκη, εδικά σήμερα... σήμερα που απορροφημένοι από ένα αόριστο και διαρκές κυνήγι, χάνουμε το χρόνο που δε σταματά να κυλά. Προσπαθώντας να κερδίσουμε τι;

     Έτσι αντιλαμβάνομαι, ότι χρειαζόμαστε ένα λυτρωτικό καταλύτη, που θα βάλει, έστω και προσωρινά, ένα φρένο στην καθημερινότητας μας, ένα καταλύτη που θα μας οδηγήσει σε ένα κόσμο διαφορετικό, αλλά υπαρκτό, σε ένα κόσμο που ζήσαμε, ένα κόσμο τελικά τόσο όμορφο, με τις όποιες δυσκολίες του... Και το βιβλίο του Ανδρέα είναι ο καταλύτης.

     Είναι ο καταλύτης που μας οδηγεί, στην αρχή της ζωής μας και μας αναγκάζει, με τον τρόπο του, να επανεκτιμήσουμε την πορεία μας... να ζυγίσουμε κέρδη και ζημίες.

     Δε γνωρίζω τι είχε στο μυαλό του ο Ανδρέας, όταν έγραφε αυτό το βιβλίο...

     Να περιγράψει την παιδική μας ηλικία;

     Να μας "αναγκάσει" να δούμε τι χάσαμε ή κερδίσαμε;

     Να μας κακίσει, ενδεχόμενα, που στην πορεία της ζωής μας αλλάξαμε ρότα;

     Ό,τι και αν είχε στο μυαλό του, το πέτυχε, κρίνοντας από τα συναισθήματα που είχα διαβάζοντας το βιβλίο... και αυτό του το χρωστάμε.
___________________________________________________________

     Είναι πολύ όμορφο να κρατάμε μέσα μας, ζωντανές τις θύμισες της παιδικής μας ζωής... εγώ δεν το κατόρθωσα... τις "ανακάλυψα" και πάλι μέσα από τον Ανδρέα.

     Ανδρέα στα παιδικά μας χρόνια όλοι φάγαμε ξύλο... Δε μπορώ να πω με σιγουριά, αν δίκαια ή άδικα το φάγαμε... Ένα όμως μπορώ να πω με σιγουριά... κοιτώντας το σήμερα και όλους εμάς της δικής μας φουρνιάς, μάλλον δεν πήγε χαμένο!

     Γιατί τα όποια παιχνίδια μας, οι όποιες εξερευνήσεις μας, όλα, κατέληγαν άδοξα σε μικρές "τραγωδίες", που ο από μηχανής θεός, η μαμά ή ο μπαμπάς ή και οι δύο, αναλάμβαναν να λύσουν με ένα καλό χέρι ξύλο!

     Ε ναι, δεν ήταν και όλα τόσο ρόδινα τότε... Θα πείτε, γιατί λοιπόν αυτή η νοσταλγία; Ναι έτσι είναι, με μια διαφορά... ήταν αληθινά... αληθινή ζωή, αληθινοί φίλοι, αληθινές εμπειρίες... τίποτα το εικονικό... ζούσαμε μια πραγματικότητα και ας ήταν δύσκολη.

     Παιχνίδια... ό,τι κάναμε εμείς... λίγο σύρμα, κανένα κομμάτι ξύλου και ό,τι άλλο, αρκούσαν να μεταμορφωθούν σε μοναδικά παιχνίδια, ικανά να μας κρατήσουν ώρες ολόκληρες απασχολημένους, τόσο, που κάποια στιγμή να μας ψάχνουν από το σπίτι, γιατί αργήσαμε να επιστρέψουμε.

     Με το που βράδιαζε, όλες οι μανάδες στη γειτονιά να φωνάζουν, η καθεμιά το παιδί της... Γιάννη, Τάκη, Μιχάλη και να μην ξεχνάμε Ανδρέα!... για να έρθει εν χορό η απάντηση... Λίγο ακόμα!

     Διαβάζοντας το βιβλίο, ξαναέπαιξα τόσα από εκείνα τα παιχνίδια... κυρίως αυτά όπου συμμετείχαμε όλα τα παιδιά της γειτονιάς... Χωριζόμασταν σε ομάδες και το παιχνίδι είχε μόνο ένα νικητή... Ο ηττημένος, έπρεπε να υπομένει τη ντροπή της ήττας, μέχρι το παιχνίδι της επόμενης μέρας, όπου προσπαθούσε να την ξεπλύνει... Το παιχνίδι τελικά ήταν ένας διαρκής αγώνας γοήτρου.

     Μια το τζαμί, μια το τσιλίκ τσομάκ, μια η μακριά γαϊδούρα... και η καζούρα των χαμένων καλά κρατούσε...

     Με αυτά και με αυτά, χάναμε την αίσθηση του χρόνου... δεν καταλαβαίναμε πότε νύχτωνε.

     Και δεν ήταν τα παιχνίδια μας με προδιαγραφές ασφαλείας, με σήμανση καταλληλότητας... Ό,τι κατέβαζε το μυαλό μας και η φαντασία μας. Δεν είχαμε καμιά αίσθηση κινδύνου... Αρκεί να μας καρφωνόταν στο μυαλό και θα κάναμε το κάθε τι, να γίνει πραγματικότητα και με όποιο κόστος.

     Και ακόμα ακούω τις φωνές των γονιών... πρόσεχε, πρόσεχε μη βγάλεις κανένα μάτι με αυτά τα παιχνίδια, πρόσεχε θα χτυπήσεις... αλλά ποιος άκουγε... Και το παράσημο δεν αργούσε να έρθει... γιατί όλα εκείνα τα παιχνίδια δεν ήταν και τόσο "φιλικά".

     Ανδρέα, από ό,τι διαβάζω, είχες πολλά "παράσημα" από τα παιχνίδια... "Αν δεν πάθεις δεν θα μάθεις" μας έλεγαν... Πρέπει λοιπόν να έχεις μάθει πολλά, ίσως να κουβαλάς και κάποια από εκείνα τα παράσημα, ακόμα και σήμερα... Έτσι και εγώ, διαβάζοντας τα δικά σου κατορθώματα, θυμήθηκα μια ουλή που μου έμεινε από τότε στο πόδι, όταν προσπάθησα να εντυπωσιάσω τους φίλους, με ένα άλμα πάνω από ένα μισογκρεμισμένο τοίχο, αλλά γκρεμοτσακίστηκα ο ίδιος... Αν ήθελες να έχεις κύρος στη γειτονιά και την παρέα, έπρεπε να κάνεις κάτι ιδιαίτερο, να ξεχωρίσεις... όχι εύκολο και πολλές φορές επώδυνο πράγμα!

     Και δεν ήταν μόνο αυτά.

     Και εγώ κάπως έτσι δεν καπνίζω Ανδρέα... Ήταν ο μάγκας του σχολείου, που όλα τα ήξερε και όλοι τον σεβόμασταν... Ήταν πάντα ένα βήμα πριν από εμάς και ένας τέτοιος τύπος, δε μπορούσε να είναι πίσω και στο κάπνισμα... Έτσι προσπάθησε να μυήσει και εμένα, στα μυστικά του τσιγάρου, αλλά η όλη ιστορία κατάληξε σε μια μίνι τραγωδία... με τη μάνα μου να μην μπορεί να καταλάβει, γιατί εκείνη τη μέρα που δοκίμασα για πρώτη και τελευταία φορά τσιγάρο, γύρισα από το σχολείο "άρρωστος"!

     Ξαναπήγα, με αφορμή και οδηγό το βιβλίο του Ανδρέα, σε αυτόν τον κόσμο που τότε ζούσαμε, σε αυτόν τον τόσο μικρό, αλλά και τόσο μεγάλο τελικά.

     Και ήταν στιγμές που η γειτονιά μας δεν μας χωρούσε και τότε πηγαίναμε να ανακαλύψουμε μια άλλη γειτονιά... Αυτό ήταν και το πιο μακρινό μας ταξίδι... μια άλλη γειτονιά, ένας άλλος κόσμος.

     Το πόση σημασία είχε τότε η γειτονιά, αποτυπωνόταν στην κλασσική ερώτηση... “Από ποια γειτονιά είσαι”;

     Η απάντηση σε αυτή την ερώτηση ήταν η ταυτότητα μας.

     Τι ήταν τελικά η γειτονιά; Ήταν το δικό μας κάστρο... στη γειτονιά αισθανόμασταν σαν στο σπίτι μας... αισθανόμασταν ασφάλεια και σιγουριά... και δεν ήταν μόνο οι παρέες, οι συνομήλικοι και φίλοι μας, που κατά τεκμήριο ήταν με βάση τη γειτονιά... Ήταν και οι ίδιοι οι γείτονες, που μας πρόσεχαν και οι πόρτες τους ήταν ανοικτές για όλους μας.

     Όλα αυτά τα ξαναβρήκα διαβάζοντας το βιβλίο... Συνειδητοποίησα πόσο μου λείπει η γειτονιά και οι άνθρωποί της... Αισθάνομαι χαρά που έζησα αυτά τα χρόνια, αλλά και λύπη, που όλα αυτά χάθηκαν.

     Μπορεί με τους ανθρώπους της γειτονιάς να χαθήκαμε... είναι που αλλάξαμε σπίτια και διευθύνσεις... είναι που η ίδια η γειτονιά μεταμορφώθηκε.

     Πάνε οι αυλές, τα σοκάκια, τα καλντερίμια... έμειναν μόνο θύμισες αλλά και αυτές κινδυνεύουν να χαθούν... Και όμως, όταν συναντώ ανθρώπους από την παλιά μου γειτονιά, αισθάνομαι ζεστασιά, οικειότητα... και τώρα συνειδητοποίησα το λόγο, μέσα από τις μικρές καθημερινές περιπέτειες του Ανδρέα.

     Έτσι χαίρομαι που έχω αυτό το βιβλίο στα χέρια μου, γιατί με ξαναέφερε εκεί, στον κόσμο της παιδικής μου ηλικίας, στον κόσμο που δεν υπάρχει πια και ζει μόνο στη μνήμη... Έτσι, από τη στιγμή που το διάβασα, το φυλάω όπως φυλάμε ένα κουτί, με ό,τι πολύτιμο από τις παλιές εποχές... Η μνήμη αδυνατίζει με το χρόνο και το βιβλίο του Ανδρέα ήρθε να ξαναφέρει πίσω, ό,τι κινδύνευε να χαθεί.

     Όμως το βιβλίο έχει τελικά και ένα άλλο ρόλο... Πέρα από τα παιδικά μας χρόνια, κρατά ζωντανή στη μνήμη μας, τη ζωή στην ίδια την πόλη.

     Και θα κλείσω με μια απορία και ένα θαυμασμό...

     Ανδρέα, πως τα καταφέρνεις και τα θυμάσαι όλα αυτά και με τόσες λεπτομέρειες;!

     Να υποθέσω λοιπόν με βεβαιότητα, ότι δεν θα κινδυνέψεις από την μόδα της εποχής, από Αλτσχάιμερ!

     Πραγματικά δεν έγραψες απλά ένα βιβλίο… Θα το χαρακτήριζα ως μια κιβωτό μνήμης, για όσους ζήσαμε και μεγαλώσαμε εκείνα τα χρόνια, αλλά και πηγή γνώσης, για όποιον θέλει να μάθει και να ζήσει, εκείνη την εποχή… Να είσαι καλά για το δώρο που μας έκανες!

No comments:

Post a Comment