Της Μαρίας Κορτέση
...στην Αγίας Σοφίας 3, εγώ δεν βλέπω κανένα σούπερ μάρκετ...
Πρόκειται
για πραγματική επιστολή, που στάλθηκε,
με την ευκαιρία της παρουσίασης του
βιβλίου ¨Στείλε μου Γράμμα...”, του
οποίου είναι και μία εκ των συγγραφέων,
στη Θεσσαλονίκη στις 19/12/18. Η συγγραφέας
αδυνατώντας να παραστεί, έστειλε αυτήν
την επιστολή που διαβάστηκε κατά τη
διάρκεια της παρουσίασης.
Το
“Στείλε μου ένα γράμμα” για μένα δεν
είναι απλά ένα βιβλίο. Είναι κατάθεση
ψυχής, σκέψεων και συναισθημάτων, από
εκείνα που ο καθένας κρύβει μέσα του
και μόλις βρουν ευκαιρία ξυχύνονται
και τον συνεπαίρνουν, αναβιώνοντας
κομμάτια της ζωής του που τον καθόρισαν
ή ακόμα και τον συγκλόνισαν.
Θα ήθελα πολύ να παραβρεθώ στην παρουσίαση του βιβλίου στη Θεσσαλονίκη και να συζητήσω με φίλους και μη για τη διαφορά των απόψεων μας για την πόλη, στην οποία εκείνοι έχουν την τύχη να ζουν, ενώ εγώ την έζησα μόνο στη φοιτητική μου ζωή, τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Και αυτή η διαφορά είναι πολύ μεγάλη.
Αν ζητήσει κάποιος από έναν Θεσσαλονικιό να του μιλήσει για την αρχόντισσα του Θερμαϊκού, θα ακούσει χίλιες δυο γκρίνιες για το μετρό που δεν λειτούργησε ακόμα, για τους δρόμους που έχουν μετατραπεί σε εργοτάξια, για την τεράστια ταλαιπωρία που δημιουργεί το κυκλοφοριακό πρόβλημα, τη ρύπανση του Θερμαϊκού, την εγκληματικότητα και πολλά ακόμη, αρκετά από τα οποία είναι κοινά με άλλες πόλεις της Ελλάδας.
Στα δικά μου μάτια η Θεσσαλονίκη είναι εντελώς διαφορετική
Στα
δικά μου μάτια η Θεσσαλονίκη είναι
εντελώς διαφορετική. Δεν με ενοχλεί το
κυκλοφοριακό ή τα εργοτάξια στους
δρόμους. Βέβαια, όταν βρίσκομαι εκεί
δεν με κυνηγάει καμιά δουλειά που πρέπει
να προλάβω να την κάνω στην ώρα της, αλλά
πέρα από αυτό, η αργή κυκλοφορία στους
κεντρικούς δρόμους μου δίνει την
δυνατότητα να σκαλίσω τη μνήμη μου
φέρνοντας στη σκέψη μου στιγμιότυπα
που έχουν συμβεί στους δρόμους αυτούς,
από τα οποία άλλα με κάνουν να χαμογελώ
και άλλα να δακρύζω.
Για παράδειγμα στην Αγίας Σοφίας 3 εγώ δεν βλέπω κανένα σούπερ μάρκετ. Για μένα ήταν και θα είναι εκεί η Ανωτάτη Βιομηχανική Σχολή Θεσσαλονίκης. Η σχολή μου, η σχολή των μεγάλων αντιθέσεων, αφού όλα τα μαθήματα ήταν προσαρμοσμένα στην καπιταλιστική οικονομία, ενώ εμείς πιστεύαμε ότι σύντομα θα ερχόταν ο σοσιαλισμός και ως εκ τούτου τα περισσότερα τα θεωρούσαμε άχρηστα. Και τι δεν είχε ακούσει εκείνο το τεράστιο ισόγειο του κτιρίου. Διαμάχες και αντιθέσεις για έναν κόσμο που ήταν μόνο στη σκέψη και τα όνειρα μας, αλλά και εντάσεις για συνδικαλιστικά θέματα και πάνω από όλα την έντονη επιθυμία μας να εξαφανίσουμε κάθε τι που θύμιζε τη χούντα που είχε πέσει πριν από λίγο καιρό. Αυτός ήταν ο δικός μας κόσμος. Η γενιά της μεταπολίτευσης.
Λίγο πιο πέρα στην παραλία, θα υπάρχει πάντα το παλιό καφενείο “Ματζέστικ”. Ένα παραδοσιακό στέκι μεγάλων σε ηλικία ανθρώπων. Θεωρούσαμε εμείς οι κοπέλες, χωρίς να το συνειδητοποιούμε κιόλας, ότι ήταν χειραφέτηση να παίζουμε τάβλι και να καπνίζουμε μέσα σ'αυτό το πρώην αντρικό άβατο, ενώ οι θαμώνες μας κοιτούσαν περίεργα.
...έναν παλιό κινηματογράφο ...για μας ήταν ένας ωραιότατος χώρος συνελαύσεων...
Η
γωνία Βενιζέλου και Σπανδωνή δεν είναι
μόνο το σημείο δολοφονίας του Γρηγόρη
Λαμπράκη. Είναι η πρώτη διαδήλωση που
συμμετείχα, στην επέτειο της δολοφονίας
αυτής, φορώντας άσπρο παντελόνι και
σανδάλια. Εντελώς ακατάλληλο ντύσιμο
για διαδηλώσεις, αλλά είχε διοργανωθεί
εντελώς ξαφνικά, ενώ υπήρχε αστυνομική
απαγόρευση, και δεν προλάβαινα να πάω
στο σπίτι μου να ντυθώ κατάλληλα, αλλά
ούτε και να τρέξω σε περίπτωση επεισοδίων.
Έτσι, όταν άρχισε να πέφτει το ξύλο από
τους “πρόγονους” των ΜΑΤ βρέθηκα με
διάσειση και ζαλάδες για μια ολόκληρη
βδομάδα.
Η πλατεία Χημείου, στο Πανεπιστήμιο, παραμένει στο μυαλό μου, ως χώρος παμφοιτητικών διαμαρτυριών και η Αγίου Δημητρίου σημαίνει “IDEAL”, έναν παλιό κινηματογράφο δηλαδή, που η σχολή είχε νοικιάσει ως αίθουσα μαθημάτων, αλλά για μας ήταν ένας ωραιότατος χώρος συνελεύσεων, που γίνονταν τακτικότατα εκείνη την εποχή.
Αν πάμε και στα ταβερνάκια, το “Υποβρύχιο” και ο “Θερμαϊκός” θα έχουν πάντα τη δική τους θέση στη μνήμη μου, μαζί με εκείνο το μικρό κουτούκι στην Άνω Πόλη, που ο ταβερνιάρης θύμωνε όταν του ζητούσαν πατάτες και σέρβιρε μόνο ψητά σε λαδόκολλα και ντομάτα με ειδική ονομασία, που δεν θα την γράψω από τον φόβο της λογοκρισίας. Παρέμεινε όμως “ζωντανός” ο “Πλάτανος” στην Αετορράχης, για να δηλώνει ότι η δική μου, η δική μας Θεσσαλονίκη είναι ακόμα παρούσα.
Και ο Λευκός Πύργος, στα δικά μου μάτια δεν έχει καμιά σχέση με τις σύγχρονες εικαστικές παρεμβάσεις που τον περιστοιχίζουν, ούτε με τα τουριστικά καραβάκια. Εκεί καταλήγαμε συχνά μετά από ξενύχτια, λίγο πριν το ξημέρωμα και στα παλιά ξύλινα παγκάκια, τρώγοντας κουλούρι από τον φούρνο δίπλα στην Ροτόντα, ανοίγαμε τις καρδιές μας, μιλώντας για έρωτες και χωρισμούς.
Αυτή είναι η δική μου Θεσσαλονίκη και δεν πρόκειται να αλλάξει, όσα στραβά κι αν ακούσω γι αυτήν.
Στο σκηνικό εκείνης της εποχής εντάσσονται και οι Τζιόλας (στο μέσον) Μπέσιος (δεξιά) και Γουλάρας (αριστερά)
No comments:
Post a Comment