Του Παντελή Γουλάρα
Παρέμβαση - συντονισμός, στην εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου του Ανδρέα Μαρολαχάκη, "Ιστορίες από το Κακοσούλι" , στις 26/11/2018 στο Λαογραφικό Σύλλογο Βλάχων Βέροιας.
Ξεκινώντας θα ήθελα να σας καλοσωρίσω
όλους και να σας ευχαριστήσω για την
παρουσία σας. Να ευχαριστήσω επίσης και
το Διοικητικό Συμβούλιο και ιδιαιτέρως
τον Πρόεδρο του Λαογραφικού Συλλόγου
Βλάχων που μας παραχώρησε το χώρο.
Αυτή η εκδήλωση
της επίσημης παρουσίασης, του βιβλίου
του Ανδρέα Μαρολαχάκη “Ιστορίες από
το Κακοσούλι”, είναι στην πράξη, η
δεύτερη εκδήλωση παρουσίασης. Πριν απ'
αυτήν, ο σύλλογος της Κυριώτισσας,
“Κυριώτισσας Ουτοπία”, είχε κάνει μια
βραδιά ανάγνωσης, με παρουσίαση του
βιβλίου του Ανδρέα, και οφείλουμε να
τον ευχαριστήσουμε και δημόσια, γι'
εκείνη την εκδήλωση.
Πριν από ενάμιση
χρόνο περίπου, ένας κοινός φίλος δικός
μου και του Ανδρέα στο facebook,
ο Νίκος ο Τσιγκουνάκης,
είχε κοινοποιήσει στο προφίλ του, μια
ιστορία από ένα ιστολόγιο μ' ένα περίεργο
όνομα. Το ιστολόγιο λεγόταν “Σα δεν
ντρέπεσαι”. Από περιέργεια το άνοιξα
και είδα ότι είχε μια ιστορία με τίτλο
“Ο Αργυράκος – Βόλτα με το άλογο”. Και
από κάτω “Ιστορίες από το Κακοσούλι”.
Ώπα λέω, τι είναι αυτό; Κακοσούλι... κάτι
μου θυμίζει. Ψάχνω να βρω λίγο παρακάτω,
ποιος το γράφει, βλέπω Ανδρέας Μαρολαχάκης.
Λέω... αυτός είναι ο δικός μας ο Ανδρέας,
δεν υπάρχει περίπτωση νάναι άλλος. Και
το Κακοσούλι, είναι το δικό μας Κακοσούλι.
Αυτό το Κακοσούλι που ονομάστηκε έτσι,
γιατί, από την παράδοση που ακούγαμε
απ' τους παππούδες μας, οι πρώτοι-πρώτοι
κάτοικοι εκείνης της γειτονιάς, είχαν
έρθει από το Σούλι, κυνηγημένοι μετά
την καταστροφή, εγκατασταθήκαν πρώτα,
σ' ένα ορεινό χωριό στο Βέρμιο, από κει
οι Τούρκοι τους κατεβάσαν και τους βάλαν
στον πιο βρώμικο τότε τόπο της Βέροιας,
που αυτοί τον κάνανε κατοικήσιμο. Και
έμεινε η ονομασία Κακοσούλι.
Μόλις διάβασα
λοιπόν, την ιστορία αυτή στο ιστολόγιο
“Σα δεν ντρέπεσαι”, επικοινώνησα αμέσως
με τον Αντρέα. Του είπα... “Ανδρέα τι
είναι αυτό; Να το βάλω κι εγώ στο δικό
μου ιστολόγιο το “Στείλε μου Γράμμα...”;”
Μου λέει “πολύ ευχαρίστως, αλλά δεν
είναι μόνο αυτή η ιστορία, έχω κι άλλες”.
“Φυσικά” του λέω, “αφού έχεις κι άλλες,
θ' αρχίσουμε να τις δημοσιεύουμε όλες”.
Κι έτσι μία-μία, σιγά-σιγά, τις δημοσιεύσαμε
όλες τις ιστορίες, και τελειώνοντας
περίπου η δημοσίευση αυτή, πρότεινα
στον Ανδρέα, να τις βγάλουμε και σε
βιβλίο. Ο Ανδρέας βέβαια, είχε κάνει από
μόνος του ένα μικρό δέσιμο, ένα μικρό
βιβλίο. Τα είχε εκτυπώσει όλα, σε χαρτί
εκτυπωτή Α4, τα είχε δέσει λίγο πρόχειρα,
και είχε κάνει για δικιά του και μόνο
χρήση, ένα πράγμα σαν βιβλίο. Αποφασίσαμε
τελικά συζητώντας, ότι έπρεπε να βγει
βιβλίο και να κυκλοφορήσει και στη
Βέροια και έξω από αυτήν. Προχωρώντας
παραπέρα, του πρότεινα έναν αριθμό
φωτογραφιών, για εξώφυλλο. Καταλήξαμε
σ' αυτό το εξώφυλλο που βγήκε τελικά, το
οποίο, κατά κάποιον τρόπο, συγκίνησε
τον Ανδρέα, γιατί είναι και ο ίδιος μέσα,
σαν μικρό παιδί αλλά είναι και ο πατέρας
του, ο οποίος τον κρατάει στην αγκαλιά.
Είναι γενικά μια συγκινητική εικόνα.
Στη συνέχεια ακολουθήσαν τα υπόλοιπα,
η σελιδοποίηση, η επιμέλεια, η επιλογή
των φωτογραφιών, η επικοινωνία με τον
εκδότη, και νάτο το βιβλίο το κρατάμε
στα χέρια μας. Όσοι το πήραν ή δεν το
πήραν και θα το πάρουν τώρα, ελπίζουμε
να το απολαύσουν.
Λίγα λόγια για
τους συμμετέχοντες στο πάνελ.
Ο Γιάννης ο
Καμπούρης είναι συνομήλικος, συμμαθητής
και φίλος. Στενή παρέα κάναμε από τα
φοιτητικά χρόνια και μετά, όταν αυτός
σπούδαζε στο Μαθηματικό κι εγώ στη
Βιομηχανική. Από τότε έδειχνε την αγάπη
του για τον πολιτισμό. Έτσι, ήταν φυσικό,
να ακολουθήσει η επαγγελματική του
ενασχόληση μ' αυτόν. Πεποίθηση μου είναι,
ότι για τα πολιτιστικά πράγματα της
πόλης μας, σε λίγο καιρό θα μιλάμε για
την προ και την μετά Καμπούρη εποχή. Η
δράση του έφερε τομές στον πολιτισμό
της πόλης μας, και στις υποδομές και
στις εκδηλώσεις. Είναι και ο ίδιος
συγγραφέας, παρ' όλο που αποποιείται
τον τίτλο του συγγραφέα.
Ο Κυριάκος ο
Μιχαηλίδης είναι φίλος και συμμαθητής
του Ανδρέα. Ο Ανδρέας τον θυμάται, όσο
θυμάται τον ίδιο του τον εαυτό, από
μικρός. Είναι σαν να ξεκινήσαν μαζί τη
ζωή. Εργάστηκε ως λογιστής. Είναι γνωστός
συμπολίτης μας. Είναι κυρίως ένας από
τους ήρωες των ιστοριών του Ανδρέα. Είχε
συμμετοχή σ'αυτές τις ιστορίες, είτε
φανερή είτε ορισμένες φορές αφανή. Η
παρουσία του είναι διαρκής, έστω κι αν
δεν αναφέρεται.
Ο Ηλίας ο Τσέχος.
Ο,τι και να πούμε για τον ερημίτη του
Γιαννακοχωρίου είναι λίγα. Συγκαταλέγεται
μεταξύ των πλέον γνωστών και σημαντικών
σύγχρονων ποιητών της πατρίδας μας. Ας
αναφέρουμε λίγα βιογραφικά στοιχεία.
Γεννήθηκε το '52 στο Γιαννακοχώρι της
Νάουσας, έζησε από το '76 έως το '01 στην
Αθήνα. Επί μια δεκαετία, απο το '76 έως το
'86, ήταν μέλος των μπαλέτων της Δώρας
Στράτου. Συνεργάστηκε σε ταινίες
σημαντικών δημιουργών, όπως ο Κούνδουρος,
ο Τζεφιρέλι, ο Αγγελόπουλος. Δημοσιογραφεί
σε εφημερίδες της Ημαθίας και της Πέλλας.
Στίχοι του έχουν μελοποιηθεί από
σημαντικούς συνθέτες, όπως ο Αντωνίου.
Έργα του, έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά,
Γερμανικά, Λιθουανικά, Αλβανικά. Δυό
ντοκιμαντέρ του Ηλία Ιωσηφίδη, αναφέρονται
σ' αυτόν. Το “Από πέτρα και χρόνο” και
το “Ή σταγόνα ή ωκεανός”. Έργα του
“Έρημη Αλήθεια” 1978, “Ταγμένα” 1980,
“Δάφνε ποταμέ” 1981, “Ανθέμια” 1982, “Τα
πάθη που φοράς” 1983, “Φωνές σ' ένα μουσείο,
Απρόοπτη ύλη, Μύθοι σγουροί” 1985, “Διώροφο
Μέλλον” 1988, “Ή σταγόνα ή ωκεανός” 2011,
“Νόμοι αφιερώσεων” 2012.
Και λίγα λόγια
για τον Ανδρέα. Με τον Ανδρέα μεγαλώσαμε
μαζί. Τα σπίτια μας απείχαν πενήντα
μέτρα, το πολύ. Μεσολαβούσε, ένας δρόμος
και άλλα δύο σπίτια από το ένα στο άλλο.
Βέβαια, κάναμε παρέα κάποιες φορές, αλλά
εγώ επειδή ήμουν λίγο μικρότερος, έκανα
παρέα με τον μικρότερο αδερφό του τον
Στέφανο, παρά με τον Ανδρέα. Ήμασταν και
συμμαθητές με τον Στέφανο. Ο Ανδρέας
αντίθετα, έκανε παρέα με τον μεγαλύτερο
αδερφό μου, τον Φώτη, ο οποίος λίγο-πολύ
ήταν αυτό που λέμε ρέμπελος, και ταίριαζε
με τον Ανδρέα και τις δραστηριότητες
του. Αλλά είχαμε ένα κοινό. Ξέρετε, οι
γονείς μας, μας μάλωναν ταχτικά. Εμείς
τους βλέπαμε σαν δυνάστες. Στην
πραγματικότητα, αυτοί, το μόνο που τους
ενδιέφερε ήταν να μας μεγαλώσουν σωστά,
και με ασφάλεια. Κάθε φορά όμως που μας
μάλωναν, θεωρούσαμε ότι αδικούμασταν.
Κατεβαίναμε λοιπόν την Πατριάρχου
Ιωακείμ, φτάνοντας στους Λαδόμυλους,
καθόμασταν δίπλα στο ποτάμι, με τα πόδια
κρεμασμένα προς το νερό και λέγαμε, ο
καθένας τα παράπονά του, στον άλλον, από
τους γονείς ή και καμιά από τους συμπαίκτες
μας στα παιχνίδια, όταν πιστεύαμε ότι
μας αδικούσαν. Καμιά φορά ρίχναμε κι
από κανένα κλάμα, έτσι για να λυτρωθούμε,
από την πίεση. Αυτός είναι ο Ανδρέας.
Είναι και αυτός ένας άλλος ερημίτης
σήμερα, μονο που διάλεξε την νότια πλευρά
της Ημαθίας. Θεωρώ ότι το σημερινό
βιβλίο, είναι μόνο η αρχή, στο έργο του
Ανδρέα. Θα ακολουθήσει κι άλλο, το οποίο
το 'χουμε σχεδόν έτοιμο, αλλά ίσως και
πολλά άλλα αργότερα.
No comments:
Post a Comment