Της Ελένης Δημητριάδου
Για τα
στοιχεία της γέννησής μου πολύ λίγα
πράγματα ήξερα. Ότι γεννήθηκα στον
Πολύγυρο την πατρίδα της μητέρας μου
μέσα στο σπίτι μας, που βρισκόταν στον
κεντρικό δρόμο κοντά στην εκκλησία, ότι
με ξεγέννησε μαμή και όχι γιατρός, και
ότι ήταν παρούσα η θεία Χρυσάνθη, που
πολύ καλά τα πήγαινε με θέματα ιατρικά.
Πολύ αργότερα έμαθα ότι μόλις ανακοινώθηκε
στον πατέρα μου το φύλο μου, εκείνος
πιστός στις επιταγές της εποχής του,
παρά τα πτυχία και τη μόρφωσή του
ανέκραξε: «Και το δεύτερο κορίτσι;
Πετάξτε το από το παράθυρο!». Πολύ
γρήγορα όμως, όπως με διαβεβαίωνε η ίδια
η μητέρα μου, τα αισθήματά του άλλαξαν
και μου είχε ιδιαίτερη αδυναμία, κάτι
που μπορώ κι εγώ η ίδια να το πιστοποιήσω.
Μόνο
στην ύστερη εφηβεία μου πληροφορήθηκα
έμμεσα ότι η γέννα της μητέρας μου ήταν
πολύ δύσκολη και κινδυνέψαμε λέει και
οι δύο. Η αφορμή να το μάθω, ήταν το τάμα
της θείας Ευτέρπης που είχε κάνει στις
δύσκολες στιγμές του τοκετού, για να
ελευθερωθούμε η μαμά μου κι εγώ. Είχε
τάξει, αν όλα πήγαιναν καλά, να λειτουργηθεί
το μωρό που ερχόταν - δηλαδή η αφεντιά
μου, στο ξωκλήσι του Αηλιά. Ο Αηλιάς
είναι κάτι σαν το σήμα κατατεθέν του
Πολυγύρου. Χτισμένος στην κορυφή του
ομώνυμου κωνικού λόφου, στους πρόποδες
του Χολομώντα, δεσπόζει πάνω από τη
μικρή πόλη, και τουλάχιστον στα χρόνια
της μητέρας μου προσφερόταν για εκδρομικές
αποδράσεις.
(Από το eranistis.net)
Το τάμα
αυτό ξεφύτρωσε από το πουθενά. Φαίνεται
ότι η θεία Ευτέρπη άρχισε να αισθάνεται
άσχημα που είχε αφήσει τόσα χρόνια να
περάσουν - τα τάματα πρέπει να εκπληρώνονται
στην ώρα τους, και έτσι τώρα ήμουν εγώ
αυτή που έπρεπε να το φέρει σε πέρας,
καθόσον ήμουν η «ταμένη». Όφειλα δηλαδή,
να ανεβώ πάνω στον Αηλιά με τα πόδια και
να λειτουργηθώ. Πες, πες λοιπόν πείστηκε
η μητέρα μου και με μένα το καμάρι της
ξεκινήσαμε μια μέρα, αρχές της δεκαετίας
του ΄70, από τη Θεσσαλονίκη όπου μέναμε
πλέον για τον Πολύγυρο.
Εκεί μας
περίμεναν όπως πάντα οι θείες μου με
τις αγκαλιές και τα καλούδια τους. Αλλά
αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν σοβαρά,
δεν είχαμε έρθει για διακοπές και
χαρούμενες βόλτες. Ήμουν το τιμώμενο
πρόσωπο και ένιωθα το βάρος της κατάστασης.
Οι θείες είχαν ετοιμάσει τα απαραίτητα
για την περίσταση, είχαν κλείσει τον
παπά και την εκκλησία και έτσι ξεκινήσαμε
όλοι μαζί, θείες κι εξαδέλφια, μια
περίεργη κουστωδία – σαν όνειρο έρχεται
μπροστά μου, για τον Αηλιά όπου θα πήγαινα
για πρώτη και τελευταία μάλλον φορά.
Ακόμη
αισθάνομαι την καθαρή ατμόσφαιρα της
φύσης, το κελάηδημα των πουλιών, τον
ανοιχτό ορίζοντα, την καταπληκτική θέα
που αντίκρισα, και τέλος τη λευκή
λαμπρότητα της μικρής εκκλησίας, που
πλουσιοπάροχα με αποζημίωσαν για τις
προσπάθειές μου να βαδίσω χωρίς να
τσακιστώ στις πέτρες και να σκιστώ στα
πουρνάρια – πράγμα καθόλου εύκολο για
μένα που μεγάλωσα σε πολυκατοικία.
(Η μητέρα
μου Δήμητρα Μανέ σε νεαρή ηλικία στον
λόφο του Αηλιά.)
Κάτι
άλλο που έμεινε χαραγμένο στη μνήμη μου
από αυτή τη μικρή περιπέτεια, ήταν η
εναλλαγή αισθημάτων: αρχικά η αίσθηση
της αγαλλίασης όταν έφτασα επιτέλους
στον Αηλιά, που ήταν συνδυασμένος με
διηγήσεις της μητέρας μου για ευχάριστες
εξορμήσεις στα νεανικά της χρόνια.
Παράλληλα ένιωθα ένα μικρό αίσθημα
ενοχής, που χωρίς να το θέλω ταλαιπωρούσα
τόσους αγαπημένους ανθρώπους. Απορούσα
μάλιστα γιατί οι ίδιοι δεν έδειχναν
καθόλου να ενοχλούνται, αλλά αντίθετα
απολάμβαναν την όλη κατάσταση. Ενώ όταν
άρχισε η κατάβαση μετά το τέλος της
λειτουργίας, από την οποία τίποτε δεν
έμεινε στο μυαλό μου, ένα αίσθημα
ανακούφισης με πλημμύρισε που επιτέλους
το τάμα είχε εκπληρωθεί και όλα τελείωσαν
αισίως.
Δυστυχώς
δεν ήταν εκεί ο πατέρας μου για να
καμαρώσει το βλαστάρι του – τον είχαμε
χάσει λίγα χρόνια πριν, κι έτσι, στο
βάθος της εφηβικής ψυχής μου, η απουσία
του σαν να εμπόδιζε θαρρείς να κλείσει
αισίως αυτή η αλυσίδα που αφορούσε στην
περιπέτεια της γέννησής μου.
Αργότερα
στο σπίτι της νονάς μου Ζαφείρως, όπου
καταλύσαμε, μας επισκέφτηκε ο ίδιος ο
ιερέας, με κάλεσε κοντά του και μου
χάρισε χαμογελώντας γαλήνια, έναν
υπέροχο ξύλινο σκαλιστό σταυρό από το
Άγιο Όρος, μαζί με τις ευχές του. Αυτή
η αναπάντεχη ενέργεια του δέσποτα,
φάνταξε μέσα μου ως ευλογία. Και έτσι
από «ταμένη» έγινα πλέον «ευλογημένη»!
(Οι δύο
όψεις του σκαλιστού σταυρού: η Βάφτιση
και η Σταύρωση)
Σημ.: Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της αφήγησης, έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό "Πολύγυρος" (Τ. 86, 2016).
No comments:
Post a Comment