Της Ανατολής Μελίδου
Για
λόγους που δεν έχουν σχέση με την ιστορία
μας, βρέθηκα ένα χειμωνιάτικο απόγευμα
στα εξωτερικά ιατρεία του Αντικαρκινικού
Νοσοκομείου της πόλης μας. Όπως και
πολλοί άλλοι φαντάζομαι δεν μπορώ
καθόλου τα νοσοκομεία, πόσο μάλλον το
συγκεκριμένο… Έκανε
πολύ κρύο εκείνο το απόγευμα και ο
ουρανός ήταν μουντός και μαύρος. Από το
πρωί ένα εκνευριστικό ψιλόβροχο που
δεν έλεγε να σταματήσει, έκανε την ήδη
βαρειά ατμόσφαιρα ακόμη πιο αβάσταχτη…
Μ’ αυτά τα συναισθήματα λοιπόν βρέθηκα
στον προθάλαμο του ιατρείου να περιμένω
το ραντεβού μου…
Είχα
πάρει κι ένα βιβλίο μαζί μου, μήπως και
μπορέσω να διαβάσω λίγο και να ξεχαστώ…
Μάταιος κόπος… Ένοιωθα τόσο βαρειά την
ατμόσφαιρα, όχι μόνον έξω αλλά και μέσα
μου, που δεν έβρισκα το κουράγιο να κάνω
την παραμικρή κίνηση, πόσο μάλλον να
ανοίξω το βιβλίο… Καθόμουν λοιπόν και
παρατηρούσα τους ανθρώπους που περίμεναν
κι αυτοί το ραντεβού τους… Άλλοι με τις
εξετάσεις στα χέρια, άλλοι μιλώντας με
νευρικές κινήσεις, άλλοι με φοβισμένο
ύφος…
Ακριβώς
απέναντι από μένα, ένα ζευγάρι ξεχώριζε…
(Η φωτογραφία είναι από το thefunbank.blogspot)
Ο
άνδρας πρέπει να ήταν γύρω στα εξήντα,
η γυναίκα λίγο μικρότερη… Κοιταζόντουσαν
σαν να μην υπήρχε κανείς άλλος γύρω
τους, οι κινήσεις τους ήταν τρυφερές,
πότε αυτός την άγγιζε στο χέρι, πότε
αυτή του χάιδευε τα μαλλιά… Μιλούσαν
μεταξύ τους ψιθυριστά και γελούσαν
συνωμοτικά θαρρείς… Το έβλεπες ξεκάθαρα
ότι ήταν ερωτευμένοι… Δεν μπορούσα να
τραβήξω το βλέμμα μου, από πάνω τους…
Ξαφνικά
χαθήκαν όλα από μπροστά μου…
Δεν
υπήρχε ούτε αίθουσα αναμονής, ούτε
βαρειά ατμόσφαιρα… Μόνο αυτοί, ένα
ζευγάρι ερωτευμένο… Σαν να καθότανε
σε ένα παγκάκι πάρκου, γεμάτου χαρούμενες
φωνές παιδιών… «Μέσα σε ολάνθιστα
περβόλια» που λέει ο ποιητής… Η ψυχή
μου αναθάρρησε και χωρίς να το καταλάβω,
ενώ τους κοιτούσα χαμογέλασα… Μου
χαμογέλασαν κι αυτοί… ήταν πολύ όμορφοι
και οι δύο… Αρχίσαμε να μιλάμε, σαν να
γνωριζόμαστε από χρόνια… Μου είπαν για
την ζωή τους, για την αγάπη τους, για την
οικογένειά τους… Ένοιωθα τόσο ζεστά
κοντά τους, που ήθελα να μείνω δίπλα
τους, όσο περισσότερο γινόταν…
-
Και ποιος από τους δύο, έχει πρόβλημα,
ρώτησα, όταν είχε πια φθάσει η ώρα για
το ραντεβού…
-
Και οι δύο, μου είπαν χαμογελαστοί…
Πρώτα
ασθένησε ο άνδρας μου, είπε η γυναίκα,
και μετά από δύο μήνες τον ακολούθησα
κι εγώ… παλέψαμε μαζί και το ξεπεράσαμε…
Νοιώθουμε πολύ τυχεροί που ταυτόχρονα
ζήσαμε την ίδια περιπέτεια… Εξάλλου
σ’όλη τη ζωή μας, αυτό κάναμε… Κρατούσε
πάντα ο ένας το χέρι του άλλου… Έτσι πορευτήκαμε… έτσι κάναμε και τώρα…
Μαζί πολεμήσαμε… μαζί νικήσαμε… Απλά
μας δόθηκε μία ακόμη ευκαιρία να
καταλάβουμε πόσο πολύ αγαπιόμαστε και
πόσο σημαντικός είναι ο ένας για τον
άλλον… Πόσο σημαντική είναι η κάθε
στιγμή μας… Ερωτευθήκαμε ξανά από την
αρχή… ούτε ως έφηβοι δεν είμασταν έτσι…
Όση
ώρα τάλεγε αυτά, ο άνδρας την κοιτούσε
με τόση αγάπη, που ένοιωθα να παραλύω…
Η
κρύα και γκρίζα αίθουσα είχε μεταμορφωθεί πια, σ’ένα απέραντο λιβάδι γεμάτο
κατακόκκινες παπαρούνες…
Με
αποχαιρέτησαν με την πιο ζεστή αγκαλιά
που πήρα ποτέ στην ζωή μου…
Έφυγα
από εκεί πετώντας…
Σημ.: Η παραπάνω ιστορία, δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά, στο συλλογικό τόμο "Αχτίδες στο σκοτάδι" (αρχικός τίτλος "Ηλιαχτίδες") που εκδόθηκε το Μάη του 2016 από τις εκδόσεις "ΑΝΑΤΥΠΟ".
No comments:
Post a Comment